Από την 20 Σεπτεμβρίου 2006 μέχρι σήμερα, 24 Ιουλίου 2009. Τετρακόσιες σαράντα έξι (446) εγγραφές, με τη σημερινή, με ανελλιπή ρυθμό Δευτέρα – Τετάρτη – Παρασκευή. Ανάμεσά τους, μονάχα μια διακοπή εννιά (9) ημερών (1 με 9 Μαρτίου 2008). Κι αν, βλέποντάς το γραμμένο, μοιάζει εύκολο· δεν είναι. Κουράστηκα. Θα σταματήσω. Θέλω να σκεφτώ. Να ανασυγκροτήσω σκέψεις, αισθήματα και συναισθήματα. Να χαράξω άλλες πορείες. Να βάλω πλώρη για άλλους ανθρώπους, άλλες καταστάσεις. Να ηρεμήσω θέλω. Να αποφασίσω, ακόμα μια, τα τι και πως της ζωής μου. Τα κέρδη και τις ζημιές. Ν’ αλλάξω το μέσα μου θέλω. Τα μυαλά μου. Να μπορώ να πω: “Με συγχωρείται πολύ που δε σας γνώρισα. Έχω αλλάξει πολύ τελευταία!”. Σκέφτομαι, για δεύτερη φορά, τι θα κάνω και μ’ αυτό το ημερολόγιο. Τι θα απογίνει. Αναρωτιέμαι. Σε τι είναι χρήσιμο στους καιρούς που ζούμε; Τι νόημα έχει να προσελκύει κανείς “αναγνώστες” του μισού λεπτού, και βγάλε, σταλμένους από τις μηχανές αναζήτησης; Ομολογώ, ακόμα, ότι έχω ήδη μπει στον πειρασμό να το κλειδώσω. Ίσως, αν συνεχίσω, να το πράξω. Προς το παρόν θα πάψω να ανεβάζω αναρτήσεις. Θα ασχοληθώ (και) με το Project Δήμητρα και με άλλα. Θα γράψω, επιτέλους, στο χειρόγραφο ημερολόγιό μου σαν άνθρωπος. Θα χαλαρώσω. Θα αποφασίσω. Ίσως να συνεχίσω αλλού κι αλλιώς (αν δεν το έχω ήδη πράξει) την ενασχόληση με τα e-ημερολόγια. Θα δείξει. Όπως και να έχει: Να είσαστε όλες και όλοι Καλά! Κι αν δεν τα ξαναπούμε: Χάρηκα που τα είπαμε με όλες και όλους εσάς, έστω και για μια φορά, και με την καθεμιά και καθένα ξεχωριστά. Να προσέχετε και να αγαπάτε τον εαυτό Σας.
Tο βιβλίο “501 Great Movie Stars” το είχα δει, και ξεφυλλίσει, στο Fnac Γλυφάδας. Το βιβλίο “501 Great Writers” στην προθήκη του βιβλιοπωλείου “Βιβλιοτοπία”, Λαζαράκη 21 – 23 στο πίσω μέρος του “Ζάρα”, στη Γλυφάδα, επίσης. Το κόστος του πρώτου ήταν 22 – 23 ευρώ, αν θυμάμαι καλά. Του δεύτερου, το οποίο και με ενδιέφερε περισσότερο, αγνοούσα.
Κάποια στιγμή ήρθε ο καιρός. Αποφάσισα ότι ήθελα το βιβλίο των 501 “Μεγάλων Συγγραφέων” στη βιβλιοθήκη μου. Το αναζήτησα στην προθήκη της “Βιβλιοτοπίας”. Δεν υπήρχε πια. Προχώρησα στα ενδότερα. Ο υπάλληλος ήταν ευγενέστατος. Μπήκα στη διαδικασία να παραγγείλω το βιβλίο. Έδωσα τα απαραίτητα στοιχεία. Τελευταία στιγμή αποκαλύφθηκε ότι υπήρχε ένα αντίτυπο άμεσα διαθέσιμο. Η τιμή του εξαιρετικά ελκυστική. Με την έκπτωση μόλις 17 ευρώ. Όταν βγήκα από την “Βιβλιοτοπία” παρέα στους συγγραφείς έκαναν οι ηθοποιοί. Κόστος 19 ευρώ. Εχθές το καλό τρίτωσε. Στη συλλογή προστέθηκαν και οι “Μεγάλοι Καλλιτέχνες” με κόστος κτήσης 16,56 ευρώ και πάντοτε από το βιβλιοπωλείο της Λαζαράκη 21-23. Τα μεγάλα βιβλιοπωλεία δεν είναι πάντοτε και τα φθηνότερα.
Μου αρέσουν τα βιβλία αυτά. Με διαστάσεις 16x21 τετραγωνικά εκατοστά και με πλήθος 640 σελίδων, για κάθε ένα από τα τρία βιβλία, δίνουν μια καλή, συνοπτική “πρώτη εικόνα” για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται. Σε κάθε συγγραφέα, ηθοποιό, και ζωγράφο ή γλύπτη, αφιερώνεται από μισή μέχρι 2 – 3 σελίδες. Η σελιδοποίηση είναι εξαιρετική, τα κείμενα καλογραμμένα και υπάρχει πλήθος φωτογραφιών. Για τον κάθε συγγραφέα, πέραν των βιογραφικών στοιχείων βεβαίως, δίνονται οι τίτλοι των πιο σημαντικών έργων του (Signature Titles) και για τους ηθοποιούς και καλλιτέχνες οι πιο σημαντικές ταινίες (Top Takes. . .) Και τα σημαντικότερα έργα τους (Masterworks) αντίστοιχα.
Η σειρά παρουσίασης είναι χρονολογική. Για τους συγγραφείς ξεκινά από το 1500 π.Χ. με τον Όμηρο, για τους ηθοποιούς από το 1860 με τον George Arliss και για τους καλλιτέχνες από το 1500 π.Χ. με τον Dong Yuan. Το βιβλίο των ηθοποιών αποτελεί έκδοση του 2007 και τα άλλα δύο του 2008. Πρόκειται, προφανώς, για “εισαγωγικά” βιβλία τα οποία είναι εξαιρετικά προσεγμένα, καλαίσθητα και ευανάγνωστα, με την ετυμολογική έννοια του όρου. Τα θεωρώ ιδανικά για ξεφύλλισμα τα ήρεμα απογεύματα του καλοκαιριού. Παρότι “εισαγωγικά”, όπως είπαμε, είναι άκρως ενδιαφέροντα με πλήθος πληροφοριών και ενδιαφερουσών λεπτομερειών. Για τους περισσότερους βιογραφούμενους, π.χ., υπάρχουν χαρακτηριστικά αποφθέγματά τους ή φράσεις από το έργο τους, για κάποιους συγγραφείς.
Το μόνο πρόβλημα που μπορεί να υπάρχει είναι ίσως το ότι είναι γραμμένα στα Αγγλικά. Αν όμως γνωρίζετε τη γλώσσα, σχετικώς καλά, και σας ενδιαφέρει το θέμα, δεν είναι καθόλου άσχημη ιδέα να αποκτήσετε ένα δικό σας αντίτυπο ή περισσότερα, ανάλογα με το τι σας ενδιαφέρει. Θα σας κρατήσει ευχάριστη συντροφιά, θα σας θυμίσει πράγματα, θα σας μάθει άλλα και θα έχετε μια πρώτης τάξεως πηγή για “αρχική” πληροφόρηση για συγγραφείς, ηθοποιούς ή καλλιτέχνες (ανάλογα με το τι έχετε επιλέξει).
Εχθές, Κυριακή, και σήμερα. Ασχολούμαι με τα χαρτιά μου. Με την αλληλογραφία μου και κείμενα, διάφορα, που έφτασαν στα χέρια μου. Εχθές με το φάκελο Κ.Κ, στην Α29. Σήμερα, απογευματάκι, με όλα τα υπόλοιπα εδώ, στο υπόγειο της Τ47. Είμαι τακτικός άνθρωπος τελικά. Όλα σε τάξη, συγκεντρωμένα, ταξινομημένα, προσεκτικά φυλαγμένα. Θυμήθηκα τα νιάτα μου εχθές. Μέσα από τα γράμματα, τα σημειώματα, τις αντιγραφές, τις καρτούλες της. Ανάγευση εποχών, τόπων, καταστάσεων, συμβάντων. Ο γραφικός της χαρακτήρας. Ο υπέροχος γραφικός της χαρακτήρας. Πόσο καιρό είχα να ανοίξω τον κόκκινο αυτό φάκελο; Μπήκα στον πειρασμό. Ο σαρωτής με προκαλούσε. Τα καλά της τεχνολογίας. Σάρωσα αρκετές σελίδες, σημειώματα, καρτούλες, ζωγραφιές. Θα έλεγα δοκιμαστικά. Θέλω να τα έχω συγκεντρωμένα και με άλλο τρόπο. Να τα προστατέψω από τη φθορά του χρόνου. Να τα διαιωνίσω. Το αποτέλεσμα ήταν τέσσερα αρχεία μορφής PDF. Δεν έμεινα ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. Χρειάζεται περισσότερη προσοχή. Σωστή ταξινόμηση κατά χρονολογία, και κατά το δυνατό, και, βασικότατο, καλύτερη ομαδοποίηση. Το πιθανότερο είναι ότι θα επανέλθω επιδιώκοντας αρτιότερο αποτέλεσμα. Είναι άλλο πράγμα τα σκόρπια φύλλα χαρτιού, γενικώς, με τα ποικίλα μεγέθη και άλλο ένα αρχείο PDF το οποίο μπορείς να μεταφέρεις και να χειριστείς. Γνωρίζω ότι αυτές οι ροπές μου προκαλούν ποικίλα σχόλια και αντιδράσεις. Οι περισσότεροι θεωρούν τέτοιες δραστηριότητες υπερβολικές και τον χρόνο που δαπανάται, γι’ αυτές, χαμένο. Κατανοώ. Αυτές οι ενασχολήσεις, όμως, μου δίνουν χαρά και ικανοποίηση, μ’ αυτές καταπιάνομαι. Είμαι ένας άνθρωπος που θέλει το παρελθόν του εύκαιρο. Διαθέσιμο σε πρώτη ζήτηση. Έτσι που να βλέπω την πορεία των σχέσεων. Πώς γεννήθηκαν, πώς έφτασαν στο μέγιστο, πως έσβησαν. Κι αν αυτά τα πώς συνοδεύονται και από τα πότε τους και έχουν και τις λεπτομέρειες τους ακόμα καλύτερα! Με τα τοιαύτα, λοιπόν και όχι μόνο, ασχολήθηκα εχθές και σήμερα και το τραγούδι που ακούγεται χαρισμένο στην Κ.Κ (κι ας μην ανταποκρίθηκε. . .)
Μιχάλης Ρακιντζής – Αναστασία Μουτσάτσου: “Κατερίνα - Κατερινάκι” με τον Πασχάλη.
Αλοΐσιους και σήμερα. Η εύκολη λύση όταν κυριαρχεί η ζέστη και η έμπνευση απουσιάζει. Το περίεργο, ίσως, σε αυτό το κείμενο του Αλοΐσιους είναι ότι είναι γραμμένο σε τρίτο πρόσωπο. Είναι κάτι που δεν το συνηθίζει. Ίσως του ήταν πιο εύκολο να εκφραστεί έτσι· δίχως να του αποδοθούν σκέψεις ή καταστάσεις που δεν θα επιθυμούσε. Δεν έχω βρει, προς το παρόν τουλάχιστον, πληροφορίες για το πώς ήταν ο περίγυρος του και το περιβάλλον στο οποίο ζούσε. Ίσως να υπήρχαν γύρω του μυσιτήριοι (όπως τους αποκαλώ) που έχωναν τη μύτη τους στα χαρτιά του. Ότι το χειρότερο για κάποιον που γράφει· που προσπαθεί να εκφράσει και να εκφραστεί. Από την άλλη, και θαρρώ είναι η πρώτη φορά που το αναφέρω, ίσως το κείμενο αυτό να αποτέλεσε σχεδίασμα για κάποιο διήγημά του. Γιατί, ναι, έχω βρει και διηγήματα στα χαρτιά μου. Θα έρθει και γι’ αυτά η σειρά. Υγεία και υπομονή. Όλα θα γίνουν. . .
Έφυγε. Έμεινε. “Στείλε μου μήνυμα, να μάθω πως περνάς. Θα περιμένω”, της είχε πει. Μια φορά και σοβαρότατος. Δεν απάντησε. Πρόσμενε. Του έλειπε. Πιθανότατα αγνοούσε. Χώριζε τα δευτερόλεπτα σε στιγμές. “Τώρα!” σκεφτόταν. Ουδέν. Δεν είχε από πού να πιαστεί. Δεν υπήρχε λόγος να ταξιδέψει κανένα μήνυμα. Το αντιλαμβανόταν. Ούτε ήθελα να κάνει εκείνος το βήμα. Δεν ήταν αυτός που είχε φύγει. Ήταν αυτός που είχε ζητήσει. Η πορεία της ζωής χαραγμένη. Και για τους δύο τους. “Φταίει μόνο που συναντηθήκαμε”, συλλογιζόταν. Δεν έτρεφε ελπίδες. Είχε συναίσθηση των θέσεων τους. Ήταν λογικός. Έβλεπε την ασυμμετρία. Τα προβλήματα. Από την αρχή μέχρι το τέλος. Δεν την επιθυμούσε, δεν τη ποθούσε, δεν ήταν ερωτευμένος μαζί της. Αυτά υποστήριζε στον εαυτό του. Την αγαπούσε. Αυτό το δεχότανε. Ενδιαφερότανε. Ήθελε να είναι καλά. Η ίδια και οι δικοί της. Αλλά περισσότερο, και από την αγάπη ακόμα, ήταν η συγκίνηση. Αυτή ήταν η ουσία και η λέξη. Τον συγκινούσε. Από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Η σκέψη της τον γλύκαινε. Η ύπαρξή της τον φώτιζε. Δε χόρταινε να βλέπει τη ματιά της. Του χαμογελούσε· της ανταπέδιδε. Με τις ματιές. Απλά και σκέτα. Ήθελα να ακούει τη φωνή της. Να τη συναντά. Να αντλεί. Με τα τυπικά ξεκίνησαν. Στα τυπικά, στην ουσία, είχαν μείνει. Δέκα χρόνια σχεδόν. Δεν τολμούσε. Δεν ήθελε να ανατρέψει. Δεν ήταν, εξ’ άλλου, καθόλου σίγουρος ότι θα μπορούσε. Του αρκούσε, λοιπόν, η συγκίνησή του. Μ’ αυτήν πάλευε. Αυτήν βάθαινε. Τον οδηγούσε σε σκέψεις πολλές. Άλλες. Πρωτόγνωρες. Δεν είχε νιώσει έτσι για άλλο πλάσμα. Δε γνώριζε τι είχε καταλάβει από τα αισθήματά του. Δεν ήταν άνθρωπος να τα κάνει σημαία. Τα ψηλαφούσε. Τα βίωνε. Τα σεβόταν. Διακριτικά υπονοούσε. Ήταν ευφυής. Δεν μπορεί παρά να είχε, τουλάχιστον, υποψιαστεί. Δεν ενθάρρυνε. Δεν αποθάρρυνε. Κι αν κάποιες, ελάχιστες, φορές έκανε ένα βηματάκι μπροστά εκείνη έμενε στη θέση της. Ακίνητη. Γέμιζε τότε αμφιβολίες. Μαραινόταν. Η καθημερινότητα ισοπέδωνε τα όποια μικρά του τολμήματα. Τους επέβαλε μια γκρίζα τυπικότητα. Πόσο να χρωματίσει κανείς μια “Καλημέρα!”; Πώς να δείξει το ενδιαφέρον του σ’ ένα διάδρομο; Έλειπε. Πέντε μέρες. Τις μετρούσε μία – μία. Τις υπολόγιζε. Ήταν σαν να του είχαν μολέψει τον αέρα που ανάσαινε. Θα επέστρεφε. Θα έφευγε εκείνος. Δε θα συναντιόντουσαν. Έπρεπε να κάνει υπομονή. Με άλλα να απασχολήσει το μυαλό του. Μέχρι να βρεθούν και πάλι στον ίδιο χώρο. Δεν έτρεφε αυταπάτες. Του αρκούσαν τα τυπικά. Η παρουσία της. Δεν περίμενε να αλλάξει κάτι. Χόρταινε πια με τη συγκίνηση του. Μονάχα που κάποια βράδια έκανε δεύτερες σκέψεις. Άφηνε την ελπίδα να του ψιθυρίζει στ’ αυτί. Του αρκούσε το φως της μέρας για να επανέλθει. Και πονούσε.
Σοφία Διαμαντή – Σαν Το Δασάκι. Από το άλμπουμ “Η Εκδίκηση Της Γυφτιάς” των Νίκου Ξυδάκη – Μανώλη Ρασούλη.
Μέσα της δεκαετίας του ’60. Το οικογενειακό σπίτι βρίσκεται στην Ηλιούπολη. Στην Α20, και θαρρώ ο αριθμός έχει πλέον αλλάξει. Ως καλό παιδί πηγαίνω, βεβαίως, και στα Αγγλικά. Φροντιστήριο “Όμηρος”, από τότε! Απέχει αρκετά από το σπίτι μου. Τόσο που η διαδρομή που ακολουθώ να με φέρνει να περνώ μπροστά από το σπίτι της συμμαθήτριας μου Ρεγγίνας. Τη συμπαθώ αλλά αυτή δε μου δίνει καμιά σημασία. Αν πιστέψω το Google Earth η απόσταση Α20 – Φροντιστηρίου είναι 600 μέτρα. Τότε, με τα ποδαράκια που διέθετα, μου έμοιαζε, τουλάχιστον, διπλάσια.
Με τα σημερινά ονόματα των οδών ο “Όμηρος” βρισκόταν επί της Μ. Αντύπα, αμέσως μετά τη διασταύρωσή της με την Ηρώων Πολυτεχνείου, και στο αριστερό χέρι οδεύοντας προς την κεντρική πλατεία της Ηλιουπόλεως. Αργότερα, θυμάμαι, μεταφέρθηκε στην Λεωφόρο Σοφοκλή Βενιζέλου, λίγο πιο πάνω από την πλατεία της Κάτω Ηλιουπόλεως και στα δεξιά οδεύοντας προς την κεντρική πλατεία της Ηλιουπόλεως και πάλι.
Βρισκόμαστε στα 1966 και πηγαίνω στην Α’ προκαταρκτική τάξη των Αγγλικών. Θα πρέπει να είμαι καλός μαθητής. Διαφορετικά πως και γιατί μου χάρισαν ολόκληρο βιβλίο; Και τi βιβλίο! Το κλασσικό “Sleeping Beauty” σε μια ιδιαίτερη έκδοση. Ένα χαρτονένιο, κυριολεκτικά, βιβλίο το οποίο ανοίγοντάς το αποκαλύπτει εικόνες σε πολλαπλά επίπεδα, το λιγότερο δύο το περισσότερο τέσσερα. Παράλληλα τραβώντας κάποια “αυτάκια”, πώς να τα πω;, εμφανίζονται, ή αντικαθίστανται, κάποιες μορφές σε παράθυρα ή πόρτες. Έχει όμως και άλλα “κινητά” μέρη, π.χ. μπορεί κανείς να κινήσει το χέρι μιας γριάς παραμάνας και να την κάνει να ανακατεύει με μια κουτάλα τη σούπα σε μια γαβάθα ή, κατ’ αντιστοιχία, να κάνει έναν μάγειρα να καταχερίζει έναν παραγιό. Για τότε, ένα θαύμα! Ένα απρόσμενο, γοητευτικό θαύμα! Αλλά ακόμα και τώρα, που το κοιτάζω, την έχει τη μαγεία και την ομορφιά του!
Στη δεύτερη σελίδα, και σε μια κουρτίνα επάνω μπλε, υπάρχει και αφιέρωση: To N. K. as a reward of his hard work. His teacher (όνομα δυσανάγνωστο) April 7, 1966. Από ότι θυμάμαι το βιβλίο δόθηκε στον μαθητή με την υψηλότερη μέση βαθμολογία στην ορθογραφία. Και μαντέψτε ποιαν κέρδισα. Τη Ρεγγίνα!
Θα πρέπει να μου καλάρεσε το βραβείο γιατί και στη Β΄ προκαταρκτική το επανέλαβα. Κέρδισα, έτσι, και δεύτερο βιβλιαράκι. Αυτή τη φορά επρόκειτο για το “The Flying Trunk”, της ίδιας σειράς και αισθητικής με το προηγούμενο. Και πάλι υπήρχε αφιέρωση, πάντα στη δεύτερη σελίδα και από την ίδια δασκάλα, η οποία, αυτή τη φορά, “έπεσε” πάνω σε μια ταπετσαρία. Διαβάζω: To N. as a reward of his good work in Preliminary B’ his teacher [υπογραφή]. Ήταν, λογικά, το 1967.
Δε γνωρίζω ποιος, και αν, πήρε παρόμοιο βραβείο την επόμενη χρονιά. Το 1968 μετακομίσαμε στο δικό μας σπίτι. Στο πατρικό της Τ47, στη Γλυφάδα. Στο υπόγειο της Τ47 βρήκα, εχθές, τα δύο χαρτονένια αυτά βραβεία – βιβλία μου και σήμερα στην Α29 έγραψα τα όσα έγραψα.
Μάιος 1981, βρίσκομαι στο Νέο Καρλόβασι της Σάμου όπου υπηρετώ τη θητεία μου. Είναι εποχές που ακόμα κυκλοφορούν τα βιβλία τσέπης ΒΙΠΕΡ. Βιβλία η κυκλοφορία των οποίων, από τον εκδοτικό οίκο “Πάπυρος”, αποτέλεσε μια μικρή επανάσταση στα εκδοτικά πράγματα της χώρας. Φθηνά, κλασσικά έργα, σε βιβλία σχήματος “τσέπης”, διαστάσεων 11,5x16,5 τετραγωνικά εκατοστά περίπου, για όλο τον κόσμο. Κάπου δημιουργήθηκε και μια σχετική μόδα, αγόραζε ο κόσμος. Κι αφού αγόραζε διάβαζε. Το μόνο άσχημο είναι ότι η ζωή των εντύπων αυτών είναι περιορισμένη. Πενήντα έτη, το πολύ, θα έλεγα. Ο Ουμπέρτο Έκο στο βιβλίο του ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΧΑΡΤΟΥ [Κείμενα για την βιβλιοφιλία] εξηγεί το πώς και τι. Ήδη κάποιες σελίδες, ή και μεμονωμένες προτάσεις, σε βιβλία των εκδόσεων αυτών, από τη δεκαετία του 70, που έχω στην κατοχή μου έχουν, θα έλεγα, εξαφανιστεί. Με στεναχωρεί το γεγονός αλλά “Ότι πληρώνεις παίρνεις”.
Ας επιστρέψουμε όμως στον Μάιο και το Νέο Καρλόβασι. Τότε και εκεί, λοιπόν, αγοράζω ένα βιβλιαράκι ΒΙΠΕΡ με τίτλο “Η Ερημιά του Έρωτα” και συγγραφέα τον Φρανσουά Μωριάκ. Τίτλος “της πρωτοτύπου εκδόσεως”: LE DESERT DE L’ AMOUR. Μεταφραστής ο κ. Γιώργος Γεραλής. Ήταν Σάββατο, 23 Μαΐου 1981 και το βιβλίο μου κόστισε, μόλις, 50 ταπεινές δραχμούλες. Το διάβασα. Το αγάπησα. Μου έμεινε, από τότε ακόμα, και το περίφημο: “Δεν μπορεί κανείς να πη τίποτα όταν δεν μπορεί να τα πη όλα” (τέλος της σελίδας 55). Το πίστεψα. Με χάραξε.
Τα τελευταία χρόνια το είχα συχνά στο νου μου όταν επισκεπτόμουν βιβλιοπωλεία. Έψαχνα μια νεώτερη έκδοσή του. Με το Project – Δήμητρα ξαναέπιασα στα χέρια μου το ΒΙΠΕΡ του 1981. Κιτρινισμένα φύλλα, άσχημα τυπογραφικά στοιχεία, κάποιες σελίδες ήδη αχνές. Με λίγα λόγια: γερασμένο! Το αποφάσισα ευθύς. Το έψαξα, το παράγγειλα. Το απόκτησα. Ημερομηνία αγοράς η Παρασκευή, 3 Ιουλίου 2009. Έκδοση της “ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ”, σε μετάφραση Μαρίας Βλάχου και με κόστος, πλέον, 10 ευρώ.
Τα πράγματα, ωστόσο, είχαν αλλάξει! “Η Ερημιά Του Έρωτα” είχε γίνει, μάλλον ορθώς, “Η Έρημος Της Αγάπης” και ο Μωριάκ, εφαρμόζοντας τον κανόνα της απλογραφίας, Μοριάκ. Οι δε πρωταγωνιστές, πατήρ και υιός, από Κουρρέζ απόκτησαν το κομψότερο επώνυμο Κουρέζ με τον υιό να μετονομάζεται από Ραϋμόν σε Ρεμόν και τον πατέρα από Πωλ σε Πολ (μικρό το κακό). Τα έχει, βλέπετε, αυτά η ζωή (και η εξέλιξη).
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα, διακοσίων περίπου σελίδων, το οποίο πραγματεύεται τον έρωτα του πενηντάρη γιατρού, Πολ Κουρέζ, και του έφηβου γιου του, Ρεμόν, για την ίδια “μοιραία”, αν μου επιτρέπεται η έκφραση, γυναίκα· την Μαρία Κρος. Το μυθιστόρημα έχει γραφτεί το 1925 αλλά θεωρώ ότι, όλα αυτά τα χρόνια, η δύναμή του δεν έχει μειωθεί στο παραμικρό. Ο βραβευμένος με Νόμπελ συγγραφέας είναι δωρικός, στις περιγραφές του, ακριβέστατος, και οι παρατηρήσεις του για τα ανθρώπινα οξυδερκείς.
Αν με ρωτήσετε πια έκδοση προτιμώ θα έλεγα τη νεώτερη η οποία διαθέτει, πέρα από τα νιάτα της – έκδοση του 2006, ένα σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα και πρόλογο. Το αξιοπερίεργο είναι ότι υπάρχουν σημεία που οι δύο αυτές μεταφράσεις απέχουν πολύ. Λες και οι μεταφραστές αντιμετώπισαν διαφορετικά κείμενα. Δε γνωρίζω Γαλλικά για να κρίνω αλλά, έτσι κι αλλιώς, το ζήτημα της μετάφρασης, και της μεταφοράς ενός λογοτεχνικού έργου σε άλλη γλώσσα, είναι τεράστιο.
Το “Δεν μπορεί κανείς να πη τίποτα όταν δεν μπορεί να τα πη όλα” έχει γίνει, πλέον: “Δεν μπορούμε να πούμε τίποτα, αφού δεν μπορούμε να τα πούμε όλα” [σελίδα 66]. Υπάρχει επίσης το καταπληκτικό: “Ποτέ του δεν είχε σκεφτεί πως ένας άνθρωπος μπορεί ερήμην του να σφραγίσει ανεξίτηλα την καρδιά ενός άλλου" [σελ. 203]. Και ακόμα: “Πράγματι, αυτό που αποκαλείται “αυτοέλεγχος” είναι στην ουσία ο έλεγχος που μας επιβάλλεται από την παρουσία των άλλων” [σελ. 65] ή “Ο γιατρός ήταν ένας από αυτούς τους ευφάνταστους ανθρώπους που δε διαβάζουν μυθιστορήματα, γιατί καμιά ιστορία δεν αξίζει μπροστά σ’ αυτές που σκαρώνουν οι ίδιοι και στις οποίες κρατούν τον πρωταγωνιστικό ρόλο” [σελ. 82] ή “Η κυριαρχία του συναισθήματος επί του ενστίκτου είναι ανθρώπινη επινόηση” [σελ. 84] και τέλος: “Η σιωπή και η απουσία είναι ψεύτικοι δεσμοί” [σελ. 139].
Περισσότερα, όμως, για όποιες και όποιους ενδιαφέρονται, στο βιβλίο: “Η Έρημος Της Αγάπης”, βεβαίως!
Δίνεται ένα κανονικό οκτάγωνο, ΑΒΓΔΕΖΗΘ, στο οποίο ενώνουμε όλες τις κορυφές του. Ζητείται να ευρεθεί το πλήθος των τριγώνων που σχηματίζονται.
Κανονικό οκτάγωνο ονομάζεται το, επίπεδο, πολύπλευρο το οποίο έχει οκτώ κορυφές και στο οποίο όλες οι γωνίες του είναι ίσες και όλες οι πλευρές του ίσες.
Μια πρώτη σκέψη είναι να αρχίσει κανείς να μετρά τρίγωνα. Δεν είναι καλή ιδέα. Ο ασφαλέστερος τρόπος θα ήταν με τη βοήθεια Η/Υ. Ευκαιρία για ξεσκόνισμα των όσων γνωρίζουμε για το ζήτημα: Γλώσσες Προγραμματισμού, λοιπόν!
Το πρόβλημα αυτό δημοσιεύτηκε στη στήλη “Leisure Lines”, σελίδα 266, του τεύχους Νοεμβρίου 1989, VOL.13 No 11, του περιοδικού “Personal Computer World”. Η απάντηση δόθηκε στο τεύχος του Φεβρουαρίου 1991, VOL. 14 No 2, του ίδιου περιοδικού και στην ίδια στήλη, στη σελίδα 226. Τελικά αποδείχθηκε ότι η καταμέτρηση αυτών των τριγώνων δεν ήταν και το απλούστερο δυνατό.
Κάθε απάντηση δεκτή με την προϋπόθεση ότι υπάρχει και το σκεπτικό για το πώς υπολογίστηκε, ή καταμετρήθηκε, το πλήθος των εν λόγω τριγώνων.
Για βραβείο στο νικητή, ή τους νικητές, επιφυλάσσομαι. . .
Η Κατερίνα, ante portas βεβαίως, έκανε την αρχή. Μου χάρισε μια τιμητική διάκριση διαδικτυακής φιλίας στην εγγραφή της “Σατιρικά, διακρίσεις φιλίας και άλλα” την 5/6/2009. Διάκριση για την οποία την ευχαρίστησα αλλά δεν έπραξα τα τυπικά και δέοντα. Σήμερα είναι μια καλή ευκαιρία να επανορθώσω, στο μέτρο του δυνατού. Το έπραξα.
Προχθές με τίμησε η “violets with wind above them” με την εγγραφή της “ένα αξιόλογο μπλοκ”. Ομολογώ ότι δεν το περίμενα. Βεβαίως και αποδέχτηκα την τιμή και βεβαίως την ευχαρίστησα. Ξαφνίστηκα, και της το έγραψα, από το γεγονός ότι παρακολουθεί το e-ημερολόγιο μου από το 2006. Χάρηκα πολύ, και δεν της το έγραψα, που οι μουσικές επιλογές μου μοιάζει να την αγγίζουν. Πραγματικά μοχθώ για τις επιλογές αυτές και το να τις εκτιμούν και, πλην εμού, άλλοι πραγματικά με ενθαρρύνει να συνεχίσω.
Οι διακρίσεις αυτές ήρθαν σε δύσκολη εποχή. Έχω σχολιάσει σχετικά εδώ και εδώ. Δε χρειάζεται, και δεν έχω, να προσθέσω κάτι άλλο. Δε μένει παρά να ευχαριστήσω, και από αυτή τη θέση, τις δύο κυρίες για την τιμή που μου έκαναν, να επιλέξω ένα τραγούδι, να τους το αφιερώσω, και να ανεβάσω τραγούδι και εγγραφή.
Να είσαστε όλες / όλοι Καλά!
Henry Mancini - Love Theme From 'Romeo And Juliet'.
Πόσος καιρός πέρασε από την τελευταία “εγγραφή” του Αλοΐσιους; Ικανός, θαρρώ. Είναι το Project – Δήμητρα που με οδήγησε, αυτή τη φορά, στα χαρτιά του. Και, όχι!, δε σκοπεύω να τα πετάξω! Είπαμε να απαλλαγούμε από τα περιττά, όχι από τα πολύτιμα. Το να ασχολούμαι με τα χαρτιά του είναι κάτι που με ευχαριστεί. Ψάχνω, διαβάζω, ταξινομώ. Και, ως γνωστόν, όποιος ψάχνει, βρίσκει. Βρήκα κι εγώ. Χαρτιά καρφιτσωμένα (και η καρφίτσα σκουριασμένη). Η επιστολή μιας κυρίας και η απάντηση του Αλοΐσιους. Τις διάβασα. Ο Αλοΐσιους θα πρέπει να έχει, ή να είχε, σχέση με τα μαθηματικά. Αυτή την αίσθηση μου έδωσε ο συστηματικός τρόπος με τον οποίο απάντησε, σχεδόν λέξη προς λέξη, στην επιστολή της κυρίας. Δε γνωρίζω αν, τελικά, έστειλε την απάντηση αυτή. Αν την έστειλε θα πρέπει να την αντέγραψε και να καρφίτσωσε το αντίγραφο, που βρήκα και διάβασα, πίσω από την επιστολή της κυρίας. Θα παραθέσω, στη συνέχεια, την επιστολή του Αλοΐσιους και θα κρατήσω, για προφανείς λόγους, την επιστολή της κυρίας για τον εαυτό μου. Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό θα ήθελε, και αναλόγως θα έπραττε, και ο Αλοΐσιους. Το αξιοπερίεργο είναι ότι στις επιστολές δεν υπάρχουν ημερομηνίες. Ιδού:
Λοιπόν, και μιας και “Το σιγαθέν θνήσκει”, ας το συζητήσουμε. Κατ’ αρχήν ευχαριστώ για τον κόπο που έκανες να ασχοληθείς με την περίπτωσή μου και να μου απευθύνεις ότι και όσα με την επιστολή μου έστειλες. Θα απαντήσω και αναγνωρίζω ότι σαν δεύτερος διατηρώ συγκριτικό πλεονέκτημα. Η δυσκολία είναι πάντα σε αυτόν που κάνει την αρχή. Πάμε;
Ήδη από την πρώτη σου πρόταση με θάβεις και με θέτεις εκτός παιχνιδιού. Τυπική ευγένεια, λοιπόν, άνυδρη και ενδιαφέροντος άνευ. Μα τότε τι συζητάμε; Ωστόσο, ναι! Και τυπικός είμαι και, σαφέστατα, ευγενικός. Και ακόμα, συνήθως πάντα, οι φίλοι και οι γνωστοί αρχικά εκλάμβαναν την τυπικότητα αυτή σαν αδυναμία συμμετοχής και σαν ψυχρότητα στην κοινωνική επαφή. Όμως δεν είναι έτσι. Όσοι είχαν την διάθεση να επιμείνουν ανακάλυψαν ένα άτομο συνεπές με διαρκές και ουσιαστικό ενδιαφέρον για την σχέση. Το καλό, σε αυτή την περίπτωση, είναι το προβλέψιμο των αντιδράσεων (και όχι των ενεργειών).
Βεβαίως και στην επιστολή μου δεν έγραψα: “Προσμένω απάντηση σου” όμως, ούτε: “Μη τολμήσεις να απαντήσεις” έγραψα. Θέλω να πω ότι πολλές φορές ερμηνεύουμε τον κόσμο με τα φίλτρα της ψυχής μας. Είναι βολικό να εντάσσεις την συμπεριφορά του άλλου στο πλαίσιο της σκέψης σου με τρόπο που να μην διαψεύδει τις ελπίδες ή και την απογοήτευσή σου.
Σε ευχαριστώ που δεν με έχεις εχθρό γιατί το να το δηλώνεις σημαίνει ότι θα μπορούσες. Ωστόσο, εκφράσεις του τύπου “διαθέτω απείρως λιγότερο εγωισμό από σένα”, και μάλιστα από μαθηματικούς, καλύτερα να τις αποδώσουμε σε στιγμιαίο εκνευρισμό και να μην τις σχολιάσουμε. Εκτός αν έχεις βρει τρόπο και διαδικασία να μετράς τον “μέσο” εγωισμό, διότι περί αυτού πρόκειται, οπότε να το συζητήσουμε. Όπως και να έχει το να διαθέτει κάποιο άτομο άπειρο εγωισμό και μάλιστα δίχως ευγένεια ψυχής είναι ο συνδυασμός που σκοτώνει. Εδώ πλέον μιλάμε για καθαρματάκια.
Το ότι δεν εκδηλώθηκε περιέργεια, “αν όχι το ενδιαφέρον”, για το τι κάνει ένας άνθρωπος που, τελικά, εκτιμάμε βαραίνει τόσο εμένα όσο, ακριβώς, και εσένα. Και εξ’ άλλου δεν ήμουν εγώ αυτός που δεν απάντησε στο τελευταίο μήνυμα. Ομολογώ, από την άλλη, ότι αντέχω τη σιωπή όπως άλλοι αντέχουν το πιοτό. Πάντα, όταν επιλέγεις τη σιωπή, διακινδυνεύεις το να πράξει ομοίως και ο απέναντι.
Περί εγωισμού, υπεροψίας και συρματοπλεγμάτων. Δυστυχώς. Δεν ανήκουν σε άλλες εποχές αλλά σε όλες τις εποχές. Πάνε πακέτο με περιπτώσεις, περιστάσεις και ανθρώπους. Όσο με αφορά, πάντως, προσπαθώ συνειδητά, τα δύο πρώτα τουλάχιστον, να τα αποφεύγω. Θεωρώ και ελπίζω ότι έχω μόνο όσο εγωισμό χρειάζεται για να μην φθείρομαι (ακριβώς με την έννοια που νοθεύουμε και τον χρυσό για να αντέχει) και ότι δεν είμαι υπερόπτης. Τώρα όσο για τα συρματοπλέγματα ο καθένας κάνει ότι μπορεί για να ανακαλύψει και να ακυρώσει, ή και να ενισχύσει, αν χρειάζεται, τα δικά του.
Η εποχή που ζούμε είναι μια χαρά. Και προσμονή, ντροπαλότητα και αναμονή πάνε, και πάλι, με περιπτώσεις, περιστάσεις και ανθρώπους και όχι με εποχές. Δεν είμαι αυτάρκης, αλλά ειλικρινά, είναι εφηβικό μου όνειρο και θα το ήθελα και το προσπαθώ. Και βέβαια μιλάμε για αυτάρκεια που δεν θα είναι εις βάρος των άλλων (δηλαδή του εαυτού μας). Αν κάτι μου ανήκει γιατί να το διεκδικήσω; Όσο για αυτό που επιθυμώ είμαι πρόθυμος να πληρώσω (διεκδικήσω) μέχρι το ποσό που νομίζω ότι αξίζει ή μπορώ να αντέξω. Αλίμονο, και συγχρόνως ευτυχώς, δε μπορούμε να τα πληρώσουμε όλα.
Υπάρχουν και πολλά δεδομένα και πολλά πράγματα που χαρίζονται. Αν μάλιστα τύχει και σου χαρίσουν έρωτα επιθυμητό τότε πρέπει να συγκαταλέγεσαι στους ευτυχείς αυτής της σφαίρας. Δρω και αντιδρώ, λοιπόν, σύμφωνα με τα δικά μου, υποκειμενικά, δεδομένα, σύμφωνα με τα όσα έχω ζήσει και βιώσει και σύμφωνα με τις επιθυμίες και τους στόχους μου. Θέλω να πιστεύω ότι μια μέση και συνηθισμένη επίγνωση της εποχής μας, αν μη τι άλλο, την έχω.
Ευχαριστώ και ανταποδίδω τα καλά σου λόγια για ανθρώπους ακέραιους, έντιμους και μορφωμένους και συμφωνώ απολύτως για το θείο δώρο της ανθρώπινης επικοινωνίας. Καλά παιδιά, όμως, υπάρχουν σήμερα όσα υπήρχαν και χθες, τηρουμένων των αναλογιών. Εκείνο που έχει δυσκολέψει, και που τα κάνει δυσεύρετα, είναι η επικοινωνία και η κοινωνική συναναστροφή.
Τα περνάω όπως τα περνούσα και τίποτα δεν έχει βελτιωθεί ή χειροτερέψει. Απλώς έχω οργανώσει καλύτερα τον χώρο μου, στο διαμέρισμα της οδού Χ., και περνάω περισσότερο χρόνο εκεί. Και εγώ θα ήθελα, και ειλικρινά προσπαθώ, να είμαι πιο “ανοικτός”. Πιστεύω ότι ανήκω στο εαυτό μου και το σύμπαν και ότι με κατάλληλες προϋποθέσεις μπορώ να πάω και αλλού γιατί κατά βάθος το θέλω.
Δεν έχω κανένα πρόβλημα να θεωρήσω το ενδιαφέρον σου ακριβώς όπως μου το περιγράφεις. Χαίρομαι που μετά από όσα μου έγραψες νοιώθεις εντάξει με τον εαυτό σου και, αν και δεν μου έλυσες καμία απορία, ποτέ δεν μου φάνηκες παράλογη, ασυνάρτητη ή περίεργα παρορμητική. Μου αρέσει που έχεις βεβαιότητες του τύπου ότι δεν περιμένεις απάντηση. Εύχομαι, με τη σειρά μου, να περνάς πάντα καλά κι εσύ.