Ομολογώ ότι ακόμα και τώρα, τόσο καιρό μετά, ο Αλοΐσιους εξακολουθεί να με ξαφνιάζει. Παράδειγμα, για μένα τουλάχιστον, το κείμενο που ακολουθεί:
Στο γραφείο πηγαίνω και έρχομαι χρησιμοποιώντας λεωφορείο. Πρόκειται για δυο αντίθετες διαδρομές συνολικής χρονικής διάρκειας περίπου μιας ώρας. Συνήθως κάθομαι στην ίδια θέση. Στην πλευρά του οδηγού, στο πίσω μέρος του οχήματος, και δίπλα στο παράθυρο. Ταξιδεύω και κοιτάζω έξω. Ταξιδεύω και σκέφτομαι. Το μυαλό, πολλές φορές, πιάνει τα δικά του μονοπάτια και χάνεται. Ταξιδεύει κι αυτό· δίχως περιορισμούς, δίχως διαβατήριο. Και παίζει. Τα γνωστά, περίεργα, παιχνίδια του νου. Από εδώ κι από εκεί, παντού και πουθενά. Θέτει, μάλιστα, ερωτήματα στον ίδιο τον εαυτό του. Και, επειδή υπάρχει χρόνος και διάθεση, βάζει και στοιχήματα. Στοιχήματα με όρους του τύπου “αν κερδίσω θα πράξω το α, αν χάσω το β” ή “αν κερδίσω θα συμβεί το χ, αν όχι το ψ”. Η μέθοδος διευκολύνει. Ο χρόνος μοιάζει να κυλά γρηγορότερα και η διαδρομή συντομεύεται. Ζω τις τελευταίες μέρες κάποιες καταστάσεις που δεν είναι πρωτόγνωρες στη ζωή μου. Το κλίμα είναι έντονο και ιδιαίτερο. Ένα κλίμα το οποίο φέρνει στην επιφάνεια πρόσωπα που σχετίστηκαν με τις συγκεκριμένες καταστάσεις αλλά δεν υπάρχουν πλέον στη ζωή μου. Βρίσκει, έτσι, ευκαιρία ο πειρασμός και τρυπώνει. Προκύπτουν ερωτήματα του τύπου: “Να της τηλεφωνήσω ή να μη της τηλεφωνήσω; Να στείλω μήνυμα ή να προσπεράσω;”. Ταξιδεύω, σκέφτομαι τέτοια κι απ’ το παράθυρο του λεωφορείου κοιτώ. Το μυαλό λυτό. “Γιατί να μη βάλλω τον παράγοντα τύχη στην υπόθεση;” αναρωτιέμαι. Το κάνω ευθύς. Είναι απλό και από τα αγαπημένα μου. “Πόσα αυτοκίνητα Renault θα συναντήσω, από την αντίθετη κατεύθυνση ερχόμενα, ανάμεσα στη στάση κ και τη στάση λ;”. Το έχω παρατηρήσει, τα Renault είναι σχετικά σπάνια. Ανάμεσα στη στάση κ και τη στάση λ υπάρχουν άλλες τέσσερεις και συνεπώς η συνολική απόσταση είναι πέντε στάσεων. Σε μέτρα, και αν υποτεθεί μια μέση απόσταση 350 μέτρων από στάση σε στάση, γύρω στα 1.750 μέτρα. Το παιχνίδι με τα Renault είναι ένα παιχνίδι που το παίζω συχνά. Έχω, λοιπόν, την εμπειρία και την αίσθηση του μέτρου. Το αποφασίζω και μετά από έναν μικρό, και χαριτωμένο, προβληματισμό το βάζω το στοίχημα. “Αν, κινούμενοι από τη στάση κ στην στάση λ, διασταυρωθούμε με περισσότερα από πέντε Renault θα της τηλεφωνήσω!”. Όλοι η ουσία βεβαίως είναι σε αυτό το “πέντε”. Ένα πλήθος οριακά επιτεύξιμο σύμφωνα με την εμπειρία για την οποία έχω ήδη μιλήσει. Προφάσεις εν αμαρτίαις και όποιος βαριέται να ζυμώσει δέκα μέρες κοσκινίζει. Δε θέλω να της τηλεφωνήσω! Με έχει απογοητεύσει, με έχει επανειλημμένα διαψεύσει, έχουμε τελειώσει. Αλλά· υπάρχει ένα λεωφορείο που κινείται, ένα μυαλό που παίζει, ένα σώμα που ποθεί. Και υπάρχουν, βεβαίως, και τα Renault σε σχήματα και χρώματα διάφορα που κινούνται και πάνε. Βάζω το στοίχημα και μέσα μου λέω “Σιγά μη χάσω!”. Κολλάω το πρόσωπο στο τζάμι κι αρχίζω να μετράω: ένα, δύο. . . Αυτοκίνητα πάνε κι έρχονται κι εγώ ψάχνω τα συγκεκριμένα. Χρειάζεται προσοχή, μερικές φορές το πράγμα δυσκολεύει. Κάποιες φορές τα αυτοκίνητα μοιάζει να μοιάζουν. Κινούμαι, αναζητώ ασημένιους ρόμβους, την αφήνω και αλωνίζει στο μυαλό μου. Τρία, τέσσερα. . . το πράγμα αρχίζει και ζορίζει. “Κι αν χάσω; Σιγά, δεν τρελάθηκα να της τηλεφωνήσω!”. Και το λεωφορείο πάει και η απόσταση μικραίνει κι εγώ ψάχνω ρόμβους στ’ άχυρα. Η απόσταση διανύθηκε, τα Renault μετρήθηκαν με προσοχή. Ούτε πέντε, ούτε έξη. Δέκα, ολόκληρα δέκα, Renault μέτρησα! Την πάτησα, εκτέθηκα, έχασα! Συνωμότησαν οι Θεοί, σκοτεινές δυνάμεις θέλουν να με εκθέσουν στον ίδιο τον εαυτό μου. Έριξαν ένα σωρό Renault στο δρόμο μου! Λεπτή η θέση μου και η απόφαση δύσκολη πολύ. Είναι κι αυτό το πεντακάθαρο x2. Για πέντε στοιχημάτισα, δέκα μέτρησα! Σιγά να μη κάνω ότι θέλουν τα Renault! Άκου εκεί δέκα! Σε μια διαδρομή που το περισσότερο που είχα μετρήσει ήταν τρία, άντε τέσσερα. Ανεπίτρεπτο, απαράδεκτο! Είμαι σε δίλημμα. Πρέπει να το σκεφτώ πολύ, να αποφασίσω. Τα Renault δείχνουν το δρόμο· αλλά όλα τα υπόλοιπα; Και τι να της πω; “Μέτρησα δέκα Renault στη σειρά και, ωπ!, σας θυμήθηκα!”. Μπερδεύτηκα! Αυτό είναι. Θα το σκεφτώ, θα το μελετήσω. Αν χρειαστεί μπορεί να μετρήσω και τίποτα Ferrari, πάλι πέντε στην ίδια διαδρομή, και θα αποφασίσω. . .
Προς τιμήν της Renault επιλέχθηκε άσμα εις την Γαλλική. Enrico Macias, λοιπόν, και “Pourquoi Parler D' Amour”.