Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2008

0553. Πασατέμπος

Γίνεται. Να στον ίδιο χώρο βρίσκεσαι με κάποιον και να τον συναντάς μη. Τυχαίο γεγονός, γκρίζα καθημερινότητα, ανύπαρκτο νοητικό πεδίο. Ένα απλό στατιστικής θέμα και άλλο τίποτα. Λίγο της τύχης σπρώξιμο χρειαζότανε μια τυχαία παρόρμηση να ταυτοχρόνως από τα κλουβιά μας βγούμε, ένα παραμόνεμα, και να! Θα οι ματιές μας αντάμωναν, στα χείλη μας χαμόγελα ζωγραφιστά και καλημέρες που ταξιδεύουν. “Τι κάνεις” θα ο ένας τον άλλο ρώταγε. “Καλά” ο ένας, “Καλύτερα” ο άλλος, εγώ, θα απαντούσε. Και δεν έγινε. Άλλα επίπεδα, άλλοι κόσμοι. Παράλληλα επίπεδα τεμνόμενα μη. Να σου μένουν απορίες διάφορες για ντυσίματα και ύφη. Για της ματιάς την απόχρωση. Να θέλεις να γράψεις και να πεις και να γύρω – γύρω στιρυφογυρίζεις κρύβοντας ονόματα, επίθετα και διευθύνσεις. Να στραμπουλίζεις τη γλώσσα, να πίσω από τις λέξεις και τη σύνταξη κρύβεσαι. Για λόγο ποιο; Να απαλύνεις τα που βγαίνουν σώψυχα, να τον απέναντι μπερδέψεις μη και καταλάβει για ποιο μιλάς και σε παρεξηγήσει; Γιατί είναι κάμποσοι που γνωρίζουν τη μούρη σου και της ταυτότητάς σου τον αριθμό. Γιατί θα πούνε και θα σκεφτούνε διάφορα. Και λοιπόν; Κόσμος είναι κι ας λέει. Μα είναι και το άλλο. Το κυριότερο. Το που δε γνωρίζεις αυτό που ταιριάζει να για αύριο κρατήσεις. Η της ευτυχίας παρούσα αξία που ξεφεύγει. Η αναγωγή του αύριο στο τώρα. Πόσο να ζημιώσω σήμερα για να χαρώ αύριο; Αυτό το αύριο, πότε ξεκινά και πόσο τάχα να κρατάει; Γιατί είν’ ο δρόμος στριφογυριστός κι αργό σου το τιμόνι. Να το πόδι σου το φρένο γυροφέρνει και να τον απέναντι αισθάνεσαι να τραβιέται αριστερά μη και γίνει καμιά σύγκρουση και ποιος, μετά, τα κομματάκια να μαζεύει; Είναι κι άλλοι στ’ αυτοκίνητο επάνω και συ οδηγός υπεύθυνος. Να φτάσεις που; Και πώς μ’ αυτό το “Οδηγέ Μην Τρέχεις” κολλημένο στα μούτρα και τη ψυχή σου; Το ψυχανεμίζεσαι. Πουθενά δε θα φτάσεις. Μονάχα τη μπενζίνα σου ξοδιάζεις και σακατεύεις τα λάστιχά σου. Να σου ΄ρχεται να κολλήσεις το γκάζι στο πάτωμα κι όλο γύρω τριγύρω πινακίδες και φανάρια. “Στοπ”, “Υποχρεωτική πορεία δεξιά”, “Μονόδρομος”, “Απαγορεύεται η στάση και η στάθμευση”. Κόκκινο, κόκκινο, κόκκινο! Και έτσι ο βίος, οι μέρες έτσι, καρμπονογεννημένες. Και πως από την άλλη τη μια να ξεχωρίσεις; Τι σημάδια να βάλεις, και που; Περνάει ο καιρός και πάει σε τόπους άλλους κι εποχές. Σ’ άλλους ανθρώπους χτυπάν οι ευκαιρίες την πόρτα. Μένουν απορίες σα φτώχειες, να σκύβεις το κεφάλι. Ερωτήματα διάφορα. Όπως: Πώς ήταν σήμερα ντυμένη και η διάθεσή της ποια;


Μανώλης Χιώτης – Γιώργος Γιαννακόπουλος, Απόστολος Νικολαΐδης και “Αυτά Που Λες Εγώ Τα’ Ακούω Βερεσέ” ή “Ο Πασατέμπος”. Ήχος κομμάτι τενεκεδένιος, για τα γούστα μου, αλλά εξαιρετική ερμηνεία με ένα τέμπο που τσακίζει κόκαλα. . .

 24/11/2008

4 σχόλια:

  1. το κείμενο έξοχο, αλλά κρίμα στο περιεχόμενο λέω εγώ, και τίποτε άλλο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλημέρα!
    Ομολογώ ότι δεν εννοώ. . .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ναι γίνεται.
    Τοπία νοητικά που μπορούν να εισχωρήσουν άλλοι ως σκεπτομορφές.
    Θα είχα πολλά να πω επί του θέματος αλλά τελικά ίσως καλύτερος είναι ο ρεαλισμός. Ο απόλυτος, ο ωμός, ο τόσο σκληρός, ο οδυνηρός. Και ίσως κάποτε τον συνηθίσει κανείς και μάθει να τ' αγνοεί όλα αυτά.
    Καλημέρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. "Σκεπτομορφές"! Ω! Τι λέξη! Κόλλησα!
    Καλός ο ρεαλισμός αλλά, όπως όλα τα καλά πράγματα, κοστίζει και . . . βιτσίζει!

    ΚαληΗμέρα, Τύχη Αγαθή [Δεύτερη]!

    ΑπάντησηΔιαγραφή