Ποτέ πριν δεν είχα ποτίσει τον κήπο της Α29. Το έκανα εχθές το απόγευμα. Κάποια προβλήματα με τα ποτιστικά, κάποια άλλα με το ηλεκτρονικό σύστημα ρύθμισης, ήρθε ο κήπος και, σχεδόν, στέγνωσε. Θυμήθηκα τα νιάτα, την εφηβεία μου. Τότε που συστηματικά πότιζα τον κήπο της Τ47. Πάντοτε μου άρεσε το πότισμα. Με χαλάρωνε· με ηρεμούσε. Μου έδινε την ευκαιρία και το χρόνο να σκεφτώ, να αναπολήσω.
Νερό. Αγνό, ζωογόνο, καθαρτήριο. Μεγάλος ο κήπος, μεγάλο και το απαιτούμενο χρονικό διάστημα του ποτίσματος. Ξαφνιάστηκα από την απρόσμενα μεγάλη χαρά που μου έδωσε αυτή η δραστηριότητα. Να νιώθεις, σχεδόν σωματικά, τη δίψα των φυτών και, μικρούλης Θεός, να τους χαρίζεις ζωή. Είναι απάνθρωπο να επιτρέπει κανείς το μαρασμό των φυτών. Πότισμα και σκέψεις, λοιπόν.
Και πάλι δύσκολες εποχές. Δε γνωρίζω πόσο το “αναμενόμενο” ή το “προδιαγεγραμμένο” μπορεί να ανακουφίσει και να ελαφρώσει το βάρος που επωμίζεται κανείς. Έχω αποδεχτεί αυτή μου την καθημερινότητα. Βρισκόμαστε σ’ ένα σημείο που το αγγλοσαξονικό: “No news, good news” ισχύει απολύτως. Δεν προσμένουμε αλλαγή προς το καλύτερο, προσπαθούμε για μια εύθραυστη σταθερότητα. Μοιάζει ακόμα κι αυτή να είναι εξαιρετικά δύσκολη. Δε γνωρίζουμε να παραπονεθούμε για τίποτα. Με χαμόγελο αποδεχόμαστε και αντιμετωπίζουμε τις αντιξοότητες.
Ο ύπνος έχει αρχίσει και αποκτά πάλι μυθικές διαστάσεις. Ύπνος· η είσοδος στη χώρα των ενυπνίων. Ποιος ήταν που είπε “Τα όνειρα ζουν”; Ζουν, πραγματικά. Μερικές φορές μόνο και μόνο για να μας θυμίσουν πρόσωπα και σχέσεις ξεχασμένα με κόπο πολύ. Και τι πράττουμε σε τέτοιες περιπτώσεις; Ποιο σημάδι δίνουμε; Κι αν δώσουμε, το όποιο σημάδι, και ο παραλήπτης, αναίτια και αδικαιολόγητα, κωφεύσει; Πόσο λεπτή είναι η θέση μας; Ποιος θα απαντήσει στα γιατί μας; Τέτοια, λεπτεπίλεπτα, σκεφτόμουνα εχθές που πότιζα. Είχα τους λόγους μου. Τους έχω ακόμα. . .