Την αδυναμία και την αγάπη που τρέφω
για τους Ίβηρες συγγραφείς, του Πεσσόα εξαιρουμένου, την έχω εγγράφως δηλώσει
στην εγγραφή:
1132. “Thus Bad Begins”
Ανάμεσα στους Ίβηρες (μου), και σε θέση ιδιαίτερη, και ο Χαβιέρ Μαρίας, ένα βιβλίο του οποίου αφορούσε και η παραπάνω εγγραφή.
Συνολικά έχω στην κατοχή μου εννιά
(βιβλία) του συγκεκριμένου συγγραφέα. Έξι στα Ελληνικά και τρία στα Αγγλικά.
Οκτώ (8) αγορασμένα και ένα δωρισμένο (από την κόρη μου και στα Αγγλικά) το
οποίο αποτελεί απόσπασμα του «Γράφοντας τις ζωές των άλλων». Πρόκειται
συγκεκριμένα για τα:
Από τα πιο πάνω βιβλία έχω διαβάσει
τα οκτώ (8) ή το σύνολό τους αν συνυπολογίζουμε και το με Α/Α 5 το οποίο έχω
διαβάσει στα Ελληνικά ως απόσπασμα τού βιβλίου με Α/Α 2. Ακολουθεί σχετικός
Πίνακας:
Έχοντας την απορία για το πόσα βιβλία του Μαρίας κυκλοφορούν μεταφρασμένα στην Ελληνική γλώσσα ανέτρεξα στη βάση «βιβλιοnet» και βρήκα ένα πλήθος έντεκα (11) + ένα (1). Το «+ 1» αφορά το βιβλίο «Οι κεραίες της εποχής μου ΙΙ – Ταξιδεύοντας με άλλους 30+1 διάσημους συγγραφείς απ’ όλο τον κόσμο», ένας από τους οποίους είναι και ο Χαβιέρ Μαρίας, του Ανταίου Χρυσοστομίδη.
Η πιο πάνω βάση, η καλή, ωστόσο δεν περιλαμβάνει το «Έτσι αρχίζει το κακό», του Μαρίας πάντα, το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πατάκη». Συνεπώς, και με κάθε επιφύλαξη, το συνολικό πλήθος των μεταφρασμένων στα Ελληνικά βιβλίων του συγγραφέα ανέρχεται σε δώδεκα (12). Συνεπώς αυτά που δεν έχω διαβάσει, και κυκλοφορούν μεταφρασμένα στα Ελληνικά, είναι τέσσερα.
Το προτελευταίο βιβλίο του Μαρίας που διάβασα, όπως φαίνεται και στον σχετικό πιο πάνω Πίνακα, ήταν το «Τα λημέρια του λύκου», το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα, το οποίο έγραψε σε ηλικία δεκαοκτώ, δεκαεννέα ετών. Δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε. Καλό ήταν αλλά. . . δεν ήταν «Μαρίας». Δεν είχε το ύφος και την τεχνική αφήγησης των επόμενων έργων του που, όσα από τα οποία διάβασα, πολύ τα αγάπησα.
Με αποζημίωσε, και με το παραπάνω, το επόμενο βιβλίο του. Το ομότιτλο της παρούσας εγγραφής «αύριο στη μάχη να μεσκεφτείς». Το μυθιστόρημα αυτό εκδόθηκε, στα Ισπανικά, το 1994 μετά το εξαιρετικά επιτυχημένο «Καρδιά τόσο άσπρη» (1992) και το «Γράφοντας τις ζωές των άλλων» (επίσης το 1992).
Το βιβλίο ήταν στην κατοχή μου από την Παρασκευή, 1 Νοεμβρίου 2019, που από το βιβλιοπωλείο της «Πολιτείας» είχα αγοράσει τρία βιβλία του συγγραφέα. Κίνηση που, πρώτα ο Θεός, σκοπεύω να επαναλάβω αύριο που θα κατεβώ στην Αθήνα, για πρώτη φορά μετά την Παρασκευή, 17 Ιουλίου 2020. Πρώτος στόχος το «Έτσι αρχίζει το κακό», που αναζήτησα και δεν βρήκα σε τοπικό βιβλιοπωλείο, και στη συνέχεια όσα βιβλία του Μαρίας βρω, στα Ελληνικά, και δεν τα έχω.
Ας επιστρέψουμε όμως στο «αύριο στη μάχη να με σκεφτείς», την ανάγνωση του οποίου ολοκλήρωσα σε τέσσερεις μέρες και την καταευχαριστήθηκα. Στα μεγάλα μυθιστορήματα του Μαρίας υπάρχει, έτσι κι αλλιώς, ελάχιστη δράση. Σημασία δεν έχει το τι αλλά το πώς. Ο συγγραφέας αρέσκεται σε μακροσκελείς προτάσεις μέσα στις οποίες μαγικά ξετυλίγονται οι σκέψεις των πρωταγωνιστών του. Από ένα σημείο και πέρα το ξετύλιγμα αυτό, τουλάχιστον στην περίπτωσή μου, υπνωτίζει. Τόσο που ταυτίζεσαι / συντονίζεσαι με τον τρόπο σκέψης και εκφοράς του λόγου από τον πρωταγωνιστή και συλλαμβάνεις τον εαυτό σου, ακόμα και εκτός ανάγνωσης, να σκέφτεσαι ομοίως.
Υπάρχει μια τέτοια κλιμάκωση και λογική αλληλουχία της σκέψης που μπορεί να σε οδηγήσει όπως και όπου επιθυμεί ο συγγραφέας. Στον κόσμο αυτό τίποτα δεν είναι τόσο μικρό που να μην αξίζει και να μην αναδεικνύεται με τον μοναδικό του συγγραφέα τρόπο. Ακόμα και το αφύσικο και το παράλογο ο Μαρίας έχει τον τρόπο να το παρουσιάζει έτσι που η φύση του αυτή να τίθεται τελικά υπό αμφισβήτηση.
Για παράδειγμα, στο «αύριο στη μάχη να με σκεφτείς», ένα ολόκληρο κεφάλαιο αφιερώνεται στην προσπάθεια του πρωταγωνιστή να αποφασίσει αν η πόρνη απέναντι του, με την οποία τελικά και πλαγιάζει, είναι ή δεν είναι η, επί τρία και πλέον έτη σύζυγός του με την οποία, εδώ και άλλο τόσο περίπου χρόνο, βρίσκεται σε διάσταση. Στο τέλος του κεφαλαίου ούτε ο πρωταγωνιστής αλλά ούτε κι εμείς είμαστε σίγουροι ότι τελικά πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο.
Η καλή, στρωτή μετάφραση του εν λόγω βιβλίου στα Ελληνικά είναι της Βιβής Φωτοπούλου. Ακολουθούν κάποια αποσπάσματα που, με το ασημί Faber-Castell HB μολύβι μου, διαβάζοντας υπογράμμισα:
Αυτή ήταν η δική μου η φωνή, ήμουν εγώ λίγες μέρες πριν, όταν ακόμα δεν ήμουν σίγουρος ότι η Μάρτα Τέγιεθ κι εγώ θα βγαίναμε το βράδυ να φάμε και να ιδωθούμε για τρίτη φορά, μετά την κουβέντα μας στα όρθια σ’ ένα κοκτέιλ όπου μας είχαν συστήσει ένα βράδυ, κι έναν πολύωρο καφέ που ήπιαμε κάποιες μέρες αργότερα ήδη με ευτελείς προφάσεις, κάθε ερωτοτροπία φαίνεται τελικά ποταπή αν τη δει κανείς απ’ έξω ή τη φέρει στη μνήμη του, μια συμφωνημένη εκμετάλλευση του άλλου, απλώς η επίπονη εκπλήρωση μιας διαδικασίας και το κοινωνικό περιτύλιγμα για κάτι που δεν είναι παρά μόνο ένστικτο. (Σελ. 80)
Είναι μόνο ότι μου συνέβη κάτι φρικτό και γελοίο και νιώθω σαν να είμαι διαρκώς μαγεμένος, καταδιωγμένος, κατοικημένος, το μυαλό μου κατοικημένο και το σώμα μου κατοικημένο και haunted από εκείνην που δεν τη γνώρισα παρά μόνο στο θάνατό της και σε μερικά φιλιά που θα μπορούσαμε να είχαμε γλυτώσει. (Σελ. 116)
«Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς, κι ας πέσει το σπαθί σου στομωμένο. Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς, όταν ήμουν θνητός, κι η λόγχη σου να πέσει σκουριασμένη. Βάρος να γίνω αύριο στην ψυχή σου, μολύβι να ’μαι μες στο στήθος σου και να τελειώσουν οι μέρες σου σε μάχη ματοβαμμένη. Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς, απελπίσου και πέθανε.» (Σελ. 184)
«Δεν σε γνωρίζω γέρο», είπε ο πρίγκιπας Χαλ μόλις έγινε Ερρίκος Ε΄ στον φίλο του τον Φάλσταφ, «δεν ξέρω ποιος είσαι ούτε σ’ έχω ξαναδεί στη ζωή μου, μην έρθεις να μου ζητήσεις τίποτα ούτε να μου λες γλυκόλογα γιατί δεν είμαι αυτός που ήμουν, και ούτε κι εσύ είσαι. Γύρισα την πλάτη στον παλιό μου εαυτό, γι’ αυτό μόνο όταν ακούσεις πως ξανάγινα αυτός που ήμουν, τότε να με πλησιάσεις και τότε θα ’σαι κι εσύ αυτός που υπήρξες». (Σελ. 193)
Προσέχει κανείς πότε ο θυμός θα μπορούσε να μετατραπεί σε γέλιο, περνά κανείς όλη του τη ζωή επιζητώντας ακριβώς αυτό, να διασκεδάζει τους άλλους όχι μόνο με την κωμική αλλά και με την πιο ευρεία έννοια της λέξης, να τους είναι αρεστός, να καταφέρνει να μην του καταλογίζουν τα ελαττώματά του, τις υπερβάσεις και τις αυθαιρεσίες του, τα σφάλματα που διαπράττει και την απογοήτευση που προκαλεί σ’ εκείνους που τον εμπιστεύτηκαν, τις μικρές προδοσίες και τις μικρές αδικίες. (Σελ. 260)
«Εις υγείαν», είπα, και τότε βρήκα το θάρρος να της ζητήσω κάτι, να την κάνω σύμμαχό μου ακόμα περισσότερο απ’ όσο την είχα ήδη κάνει, δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο για να κατακτήσεις τους ανθρώπους από το να τους ζητήσεις μια χάρη, σχεδόν όλους τους ευχαριστεί να κάνουν χάρες. (Σελ. 287)
Και πόσο λίγα είναι αυτά που μένουν τελικά από κάθε άτομο μέσα στον άχρηστο χρόνο σαν το ολισθηρό χιόνι, για πόσο λίγα υπάρχει απόδειξη, κι από αυτά τα λίγα που μένουν πόσα αποσιωπούνται, κι από αυτά που δεν αποσιωπούνται μόνο ένα ελάχιστο μέρος μένει μετά στη μνήμη, και για λίγο καιρό: ενόσω οδεύουμε αργά προς την εξάλειψή μας μόνο και μόνο για να περάσουμε στην πλάτη ή στην πίσω πλευρά αυτού του χρόνου, όπου δεν μπορεί πια κανείς να συνεχίσει να σκέφτεται ούτε να αποχαιρετά. “Αντίο γέλια κι αντίο αδικίες. Δεν θα σας ξαναδώ, ούτε κι εσείς θα με ξαναδείτε. Κι αντίο φλόγα, αντίο αναμνήσεις”. (Σελ. 355)
(Για) Να είσαστε Καλά, εξακολουθήστε να προσέχετε και μην παραλείπετε να Χαρούμενοι, σε κάθε ευκαιρία, είσαστε!
Ένα κλικ μακριά, και από το εξαιρετικό
πρώτο άλμπουμ "Chronographies" της Roxani Chatzidimitriou, το “Desires”:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου