Τις
μέρες αυτές η έμπνευση μού έχει γυρίσει την, καθόλου ελκυστική, πλάτη της. Από
τη μία, λοιπόν, αυτό και από την άλλη η επιθυμία να καταθέσω ακόμα μία εγγραφή.
Να πετάξω, δηλαδή, ακόμα ένα χαλικάκι στο πηγάδι του χρόνου. Πώς, γιατί και,
κυρίως, για ποιους προτιμώ να μην το συζητήσω. Η προηγούμενη εγγραφή είχε να
κάνει με την Παλατινή
Ανθολογία. Η παρούσα
ομοίως.
Μόνο που αυτή τη φορά θα αφήσουμε το, έτσι και αλλιώς αγαπημένο, πέμπτο βιβλίο της
(τα «Ερωτικά») και θα περάσουμε στο ενδέκατο. Συγκεκριμένα στα 64 πρώτα
επιγράμματα του, τα «Συμποτικά». Σημειώστε ότι, πάντα στο ενδέκατο βιβλίο,
ακολουθούν άλλα 378 επιγράμματα τα οποία συναποτελούν τα «σκωπτικά».
Τα
64 «συμποτικά» αυτά επιγράμματα υπάρχουν (και) στο εξαιρετικό βιβλίο «ΣΥΜΠΟΤΙΚΑ
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ» (Άγρας, 2009
– ISBN 978-960-325-823-0) με εκτεταμένη
εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια και σύντομα
βιογραφικά των ποιητών του Παντελή
Μπουκάλα.
Παραθέτω
το κείμενο που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του συγκεκριμένου βιβλίου:
ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΤΟ ΟΙΝΙΟΝ ΠΕΛΑΓΟΣ, όπως
σχηματίστηκε στη διαδρομή χιλιετιών από στίχους που ύμνησαν το κρασί. Από τον
Όμηρο, τον Ανακρέοντα, τον Θέογνι, τον Αριστοφάνη και τον Ευριπίδη ώς τον
Φιλόδημο και τον Παλλάδα, και από τον βυζαντινό Κρασοπατέρα στον Αθανάσιο
Χριστόπουλο αλλά και στον Καβάφη και τον Καρυωτάκη, η ελληνική ποίηση (όπως
βέβαια και η ποίηση πολλών άλλων γλωσσών, με δημιουργούς σαν τον Ομάρ Καγιάμ
και τον Μπωντλαίρ) τίμησε όπως άρμοζε το δώρο του Διόνυσου. Το ανέδειξε λοιπόν
ως πηγή τέρψης αλλά και ως μέθοδο λήθης της βαριάς βιοτικής μέριμνας, ως
κάτοπτρο της εσώτερης αλήθειας μας, ως μέτρο του έρωτα, ως μία επιπλέον μούσα
και ως προθυμότατο θεράποντα της συντροφιάς που φιλοσοφεί ή φιλολογεί
κουτσοπίνοντας.
Τα 64 επιγράμματα του 11ου βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας που μας έχουν παραδοθεί ως συμποτικά, δημιουργήματα με αναγνωρισμένο τον πατέρα τους (τον Αγαθία τον Σχολαστικό, τον Αλκαίο τον Μεσσήνιο, τον Αντίπατρο τον Θεσσαλονικέα, τον Αυτομέδοντα Κυζικηνό, τον Διογένη Ζωνά, τον Λουκίλλιο, τον Μακηδόνιο τον ύπατο, τον Μάρκο Αργεντάριο, τον Νίκαρχο, τον Παλλάδα, τον Παύλο Σιλεντιάριο, τον Στράτωνα, τον Φιλόδημο κ.ά.) ή άδηλα, οιονεί δημοτικά, καλύπτουν σχεδόν μία χιλιετία, από τον 3ο αι. π.Χ. έως τον 6ο αι. μ.Χ. Οι ποιητές τους παραλαμβάνουν την οινική σκυτάλη από τους μεγάλους προδρόμους τους, αλλά και από τους φιλοσόφους, για να τραγουδήσουν το κρασί και να παραδώσουν με τη σειρά τους την οπτική και τα μοτίβα τους στις επόμενες γενιές. Για να γίνει έτσι το «δος πιέειν» του Παλλάδα «δότε να πιω» στον Καβάφη, «βάλε να πιω» στη Μυρτιώτισσα και «βάλε μου να πιω και ξαναβάλε μου» στο λαϊκό τραγούδι.
Τα 64 επιγράμματα του 11ου βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας που μας έχουν παραδοθεί ως συμποτικά, δημιουργήματα με αναγνωρισμένο τον πατέρα τους (τον Αγαθία τον Σχολαστικό, τον Αλκαίο τον Μεσσήνιο, τον Αντίπατρο τον Θεσσαλονικέα, τον Αυτομέδοντα Κυζικηνό, τον Διογένη Ζωνά, τον Λουκίλλιο, τον Μακηδόνιο τον ύπατο, τον Μάρκο Αργεντάριο, τον Νίκαρχο, τον Παλλάδα, τον Παύλο Σιλεντιάριο, τον Στράτωνα, τον Φιλόδημο κ.ά.) ή άδηλα, οιονεί δημοτικά, καλύπτουν σχεδόν μία χιλιετία, από τον 3ο αι. π.Χ. έως τον 6ο αι. μ.Χ. Οι ποιητές τους παραλαμβάνουν την οινική σκυτάλη από τους μεγάλους προδρόμους τους, αλλά και από τους φιλοσόφους, για να τραγουδήσουν το κρασί και να παραδώσουν με τη σειρά τους την οπτική και τα μοτίβα τους στις επόμενες γενιές. Για να γίνει έτσι το «δος πιέειν» του Παλλάδα «δότε να πιω» στον Καβάφη, «βάλε να πιω» στη Μυρτιώτισσα και «βάλε μου να πιω και ξαναβάλε μου» στο λαϊκό τραγούδι.
Το
έχω ξαναγράψει (εδώ):
Λατρεύω τα βιβλία στα οποία δεν
υπάρχει αυτό το απωθητικό “Απαγορεύεται να αντιγράψετε να . . .
και να . . .”!
Λοιπόν,
το βιβλίο του Παντελή Μπουκάλα είναι ένα από αυτά.
Έχω,
συνεπώς, την άνεση να μοιραστώ μαζί σας:
Το
αρχαίο κείμενο:
29. ΑΥΤΟΜΕΔΟΝΤΟΣ
Πέμπε, κάλει· πάντ' ἐστὶν ἕτοιμά σοι. ἢν δέ
τις ἔλθῃ,
τί πρήξεις; σαυτῷ δὸς λόγον,
Αὐτόμεδον.
αὕτη γὰρ λαχάνου σαθρωτέρη ἡ πρὶν ἀκαμπὴς
ζῶσα νεκρὰ μηρῶν πᾶσα δέδυκεν ἔσω.
πόλλ' ἐπὶ σοὶ γελάσουσιν, ἀνάρμενος ἂν
παραβάλλῃ
πλώειν τὴν κώπην μηκέτ' ἔχων ἐρέτου.
Τη
μετάφραση του Παντελή Μπουκάλα:
Ωραία, λοιπόν, στείλε να την καλέσεις, Αυτομέδοντα.
Τα πάντα έτοιμα. Μα αν τύχει κι έρθει, τι θα πράξεις;
Για σκέψου το. Άκαμπτη μια φορά κι έναν καιρό η λεγάμενή σου
και τώρα μαλακότερη κι από ’να σέλινο, έδυσε
ανάμεσα στα σκέλια σου. Μπαίγνιο θα γίνεις, αν δίχως άρμενα
να πλεύσεις βουληθείς, σαν κωπηλάτης που δεν έχει πια κουπί.
Την
εισαγωγή από το σχόλιο του για το εν λόγω επίγραμμα:
Τα γεράματα (καθολικήν πήρωσιν τα χαρακτήριζε ο Δημόκριτος) και την
ερωτική τους ανημπόρια ελεεινολογεί, με τον δικό του τρόπο, το εξής δημοτικό,
ανθολογημένο από τον Νικόλαο Πολίτη:
Σε είδα και σε λυπήθηκα οπό ’χεις γέρον άντρα!
Βάλε φαρμάκι στο γυαλί, φαρμάκωσ’ τον το γέρο,
και παρ’ εμέ το νιο παιδί, τ’ όμορφο παλικάρι,
να σε ταΐζω ζάχαρη, να σε ποτίζω, μόσκο,
να σε χορτάσω φίλημα. Να σε σφιχταγκαλιάσω.
Τι απάντησε και τι έγραψε η κόρη του συγκεκριμένου τραγουδιού δεν
το ξέρουμε.
.
. .
Και
το σύντομο βιογραφικό σημείωμα για τον συγγραφέα του επιγράμματος:
ΑΥΤΟΜΕΔΩΝ ΚΥΖΙΚΙΝΟΣ: Ποιητής του 1ου αιώνα μ.Χ. Η σατιρική του
διάθεση αποτυπώθηκε σε συμποτικά και σκωπτικά επιγράμματα, δεκατρία από τα
οποία αποθησαυρίστηκαν στην Παλατινή. Στο προοίμιο του Στεφάνου του ο Φίλιππος τον παρουσιάζει με τον
κισσό.
Περισσότερα
για τον Αυτομέδοντα μπορεί κανείς να διαβάσει στην Βικιπαίδεια εδώ.
Για
δε την Κύζικο αντιγράφω, και πάλι, από την Βικιπαίδεια:
Η Κύζικος ήταν αρχαία μικρασιατική πόλη στη Μικρά Φρυγία (Μυσία), κοντά στην Προποντίδα. Ήταν αποικία των Μιλήσιων.Ιδρυτής της θεωρείται ο ήρωας Κύζικος, που βοήθησε στην επιτυχία της Αργοναυτικής Εκστρατείας. Η πόλη είχε αναδειχτεί μία από τις σπουδαιότερες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, ξακουστή για την αλιεία και τους στατήρες της από ήλεκτρο, που χρησιμοποιήθηκαν πολύ μέχρι και την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου (κυζικηνοί στατήρες). Οι επιγραφές, οι περιγραφές και όλα τα ερείπια εμφανίζουν την Κύζικο ως εξαιρετικά αναπτυγμένη πόλη, πλούσια και σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Έξω από τις ακτές της ο Αλκιβιάδης καταναυμάχησε τους Λακεδαιμόνιους το 410 π.Χ. Την εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας ήταν σχεδόν ελεύθερη και στη βυζαντινή περίοδο εξακολούθησε να ακμάζει.
Τελικά καταστράφηκε από σεισμό το 943 μ.Χ. και κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε.
Για σήμερα αφτά!
17/03/2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου