Πολλά θα μπορούσα να γράψω και κάποια τα σκέφτηκα ήδη. Θα μπορούσα π.χ. να ανεβάσω μια εγγραφή για τη νοσταλγία ή μια άλλη για τα συναρμολογούμενα. Επιφυλάσσομαι. Έτσι κι αλλιώς υπάρχει μια φθίνουσα πορεία όσον αφορά το πλήθος των επισκεπτών του παρόντος e-ημερολογίου. Δεν παραγνωρίζω το γεγονός ότι ο κύριος όγκος των επισκεπτών οδηγείται εδώ μέσω των μηχανών αναζήτησης όμως, όπως και να έχει, αυτό καθόλου δεν τροποποιεί το γεγονός.
Προφανώς ο κόσμος βαρέθηκε και κουράστηκε. Είμαι κι εγώ όλο με κάτι θέματα νερόβραστα ήρθε το πράγμα και έδεσε. Ποιος νοιάζεται για τα σώψυχα του άλλου; Να είναι τίποτα σκάνδαλα, τίποτα πιπεράτα, τίποτα επαναστατικά, τότε μάλιστα! Να κοπιάσει ο ταξιδιώτης να ευφρανθεί η ψυχή του! Να το πει και στους φίλους του να γίνει σαματάς και τζίρος. Ας είναι. Είμαι μεγάλος πια για να αλλάξω. Θα συνεχίσω, λοιπόν, με παρόμοια θεματολογία και· όσοι πιστοί προσέλθετε.
Στο θέμα μας τώρα. Πρόκειται για ένα “παιχνίδι” που έπαιζα με τη Φ. στο περίφημο, επιτρέψτε μου, υπόγειο της Τ47. Σπουδαστής εγώ, φοιτήτρια εκείνη. Και το παιχνίδι “Ρουλέτα”. Της έδινα ένα εύρος αριθμών και της ζητούσα να επιλέξει έναν. Ο αριθμός που επέλεγε αντιστοιχούσε σε μια του ημερολογίου μου εγγραφή την οποία και της διάβαζα. Όπως αντιλαμβάνεστε πολύ εύκολα θα μπορούσα να βρεθώ εκτεθειμένος. Και για να είμαι ειλικρινής κάποιες φορές κινδύνευσα.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά σήμερα ερχόμενος από την Τ47 στην Α29. Και στο μυαλό μου καρφώθηκε ένας αριθμός. Εκατόν είκοσι οκτώ (128) το όνομα του. Και είπα να παίξω, τόσα χρόνια μετά, ρουλέτα και πάλι. Μαζί σας! Σας διαβεβαιώνω, λοιπόν, ότι η εγγραφή 128 παρατίθεται αναλλοίωτη και ολόκληρη. Το μόνο που έκανα, για λόγους ευνόητους, ήταν να αντικαταστήσω κάποια κύρια ονόματα με τα αρχικά τους. Ιδού!
Τώρα. Θα γράψω, όσο μπορώ, ότι μπορώ. Στην αρχή ήταν η δύσκολη κατάσταση στο σπίτι (ασθένεια της μητέρας μου, προστριβές μητέρας-πατέρα και η απουσία του Γ. σε σχέση με τη Δ.). Μετά, ήταν η κοπέλα της Άσκησης Γραφής Νο 5, και όπως πάντοτε η Φ..
Στις 8 του Μάη μίλησα στην κοπέλα. Γίνηκε το βράδυ στις 10 και 30 στην στάση του 86. Το αποτέλεσμα ήταν ενθαρρυντικό. Την Δευτέρα, μέρα που βρισκόμουνα σε πολύ άσχημη κατάσταση, πρόσμενα την Φ. στην στάση του 172. Αισθανόμουνα δεσμευμένος απέναντί της και ήθελα να κάνω μια τελευταία προσπάθεια προσέγγισης, η Φ. δε φάνηκε. Όταν επίστρεψα στο σπίτι της τηλεφώνησα. Με τη σειρά της είχε επιστρέψει την Κυριακή από την σχολική εκδρομή στη Ρόδο.
Συζήτηση σε τόνο απαλό, σε ύφος ανάλαφρο και αβίαστο. Έλπιζα σε τηλεφώνημά της, δεν ευδόκησε. Προσπάθησα να την συναντήσω την Τετάρτη 12 του Μάη, απότυχα. Την Παρασκευή κίνησα για την κοπέλα, απότυχα. Στο Ζάππειο συνάντησα τη Φ., τη συνόδευσα. Πού ήταν τόσο καιρό κρυμμένη η ηρεμία του τρόπου μας; Σαν χωρίσαμε έλπιζα. Την επόμενη μέρα επιδίωξα και τη συνάντησα, έλπισα ακόμα περσότερο.
Οι Θεοί δεν το θέλησαν. Την ίδια μέρα συνάντησα, αν και δεν θα το θελα, την κοπέλα. Οι Θεοί αποφασίζουν αλλιώς. Η κοπέλα την λένε Κ., πάει στην 6η Γυμνασίου και είναι χαριτωμένη, υψηλή και κύρια ευφυής. Έχει και το μέγιστο χάρισμα να ανταποκρίνεται και να κατανοεί ζεστά, ανθρώπινα και αβίαστα.
Όταν την άφησα μουρμούριζα “Βοήθησέ με να μη σε αρνηθώ” και εννοούσα τη Φ.. Οι Θεοί δίνουν σαν Θεοί και οι άνθρωποι σαν τέτοιοι παίρνουν. Χθες, στην επιδίωξη μου να συναντήσω τη Φ., βρισκόμουν στον Α. Τ.. Μια κοπέλα φάνηκε λαχανιασμένη και χώθηκε σ’ ένα άσπρο αυτοκίνητο με δύο νεαρούς. Το χρώμα των μαλλιών δε με βοήθησε, λάθεψα και αστόχησα.
Χθες βράδυ στις 9 και 30 τηλεφώνησά της. Ήταν η κοπέλα του Α. Τ. και με είχε ιδεί. Ο Γ. ο ένας απ’ τους δύο στο αμάξι. Της μίλησα την αλήθεια, δεν ήταν άλλος τρόπος. Δεν είχε καταλάβει τίποτα, ισχυρίστηκε. Δε βλέπω για ποιους λόγους θα έπρεπε. Το σφάλμα ήταν όλο δικό μου. Και το ομολόγησα. Μια ζωή μέσα στη φαντασίωση και το άρρωστο. Θάρρευε ότι την αντιμετωπίζω σαν “μικρό”. Το λάθος όλο δικό μου. Όσο μπορούσα της μίλησα την αλήθεια.
Κι εκείνη σε πανάσχημη κατάσταση. Μιαν άσχημη Κυριακή πέρασε, δίχως να μπορεί να διαβάσει, μόνη στο σπίτι. Σκέφτηκε να τηλεφωνήσει σε μένα, ντρέπονταν, δεν ήξερε να το εξηγήσει. “Η μητέρα σου μου φάνηκε αυστηρή”, είπε, εννοώντας προηγούμενα τηλεφωνήματά της.
Ξανασυνδέθηκαν με τον Γ. εδώ και δύο εβδομάδες. Τι είδους αγάπες είναι αυτές που αφήνουν μια νέα, όμορφη κοπέλα να υποφέρει σ’ ένα άδειο σπίτι; Της συνέβηκαν πολλά, μου είπε. Η μητέρα της και η Ε. τη μαλώσανε σκληρά για την συμπεριφορά της στα πράγματα με τον Γ.. Θα πρέπει να είναι μια σχέση άρρωστη κι εκείνη δεμένη από κάπου δε μπορεί να την ξεφύγει. Δεν περνά, στα σίγουρα, ευτυχισμένους καιρούς η κοπέλα. Είναι τρομαγμένη, είναι φοβισμένη, τσακώνεται με τους φίλους της. Θέλει από κάπου να πιαστεί για να ζήσει. Ψάχνει απογνωσμένα ίσως. Είναι η μοίρα της. Με τον Γ. θα τα ξαναχαλάσει σύντομα και θα τα ξαναφτιάξει αργά ή γρήγορα.
Δεν είχε καταλάβει τίποτα από τα αισθήματά μου. Τίποτα. Τίποτα. Θεοί γύρτε να ιδείτε έναν άντρα να σφίγγει τις γροθιές του και να δαγκάνει τα χείλια του. Χίλιες φορές τυφλός! Στην πορεία της συζήτησης της αποκάλυψα την ύπαρξη της Κ. και το δικό μου ενδιαφέρον. Αυτά που της μίλησα χθες δε θα μπορέσει να τα δει καθαρά σ’ αυτούς τους καιρούς. Θα τα κατανοήσει όταν απομακρυνθεί από το κέντρο των συγκινησιακών δονήσεων και ταραχών και θα της κοστίσουν μια θλίψη κι ένα πόνο οξύ.
Η Φ. είναι ένα σανιδάκι στο πέλαγο, ένας άνθρωπος στον χρόνο το σκληρό. Και σ’ αυτό το χρόνο θα έπρεπε να τη συντρέξω και να τη βοηθήσω. Και ίσως το κάνω αποσβήνοντας διαρκώς την προσωπικότητά μου ανεξάρτητα από τα πράγματα ανάμεσα εμένα και την Κ. ή όποια άλλη. Δεν είμαστε οι μόνοι που πονάμε. Εγώ, που ξέρω από πόνο, από θλίψη και από μοναξιά, θα πρέπει να τη συντρέξω, χωρίς ελπίδα να κρατήσω την αμοιβή της.
Μήπως δεν είναι αυτή που με σύντριψε πάνω στα όριά μου, τόπου και χρόνου, κάνοντάς με να τα αλλάξω; Με ξανάφερε κοντά στους ανθρώπους, με έκανε να αποδεχθώ το ανθρώπινο μέγεθός μου και να παραδεχτώ τις ανθρώπινες αδυναμίες μου. Όλα αυτά συντελέστηκαν εν αγνοία της, όμως πρόσφερε την υπηρεσία να “είναι” με τον τρόπο που ήταν.
Έχω γράψει πολλά πράγματα για εκείνη που τώρα θα μου ήταν αδιανόητα. Κοίταξέ τα με το φως που σήμερα σου δίνω, ευγενικέ αναγνώστη, και προσπάθησε να καταλάβεις τα περάσματα της ψυχής μου μ’ όλους τους φόβους και τις αδυναμίες της. Είμαι κουρασμένος...
Ακούγεται η Νέλλη Μάνου στο τραγούδι “Φεύγω” των Γιώργου Μουζάκη – Νίκου Μουρκάκου.
13/03/009