Το τραγούδι που ακούγεται είναι το Early in The Morning του κ. Mike Leander, του 1969, με τους Vanity Fare.
Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2006
0216. MMM [ΝΚ]
Το τραγούδι που ακούγεται είναι το Early in The Morning του κ. Mike Leander, του 1969, με τους Vanity Fare.
Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2006
0215. Time Is Tight [ΝΚ]
27/09/2006
Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2006
0214. Μουσική Υπόκρουση [ΝΚ]
1. Εγγραφόμαστε, δωρεάν συνήθως, σε ένα site που δίνει την δυνατότητα να “ανεβάζουμε” τραγούδια, σε μορφή mp3 ή και άλλη. Προσωπικά χρησιμοποιώ το:
2. Επιλέγουμε και “ανεβάζουμε” [upload] το τραγούδι που επιθυμούμε [Έστω το “Make_it_With_You”. Προτιμώ να βάζω το σύμβολο _ αντί για κενό το οποίο αντικαθίσταται με ASCII χαρακτήρες με συνέπεια ο τίτλος να είναι δυσανάγνωστος. Προτιμήστε επίσης, και για τους ίδιους λόγους, τα ονόματα μικρού μήκους].
3. Mε την ολοκλήρωση της διαδικασίας “ανεβάσματος” εμφανίζονται, στο fileden.com πάντα, δυο γραμμές:
4. Πηγαίνουμε στο blogspot.com και ανοίγουμε τον λογαριασμό μας [ακριβώς με την διαδικασία που ακολουθούμε για να δημιουργήσουμε νέα εγγραφή] και επιλέγουμε “template” [αντί για Posting - Create].
5. Επιλέγουμε “Save Template Changes” και στη συνέχεια, και απαραιτήτως, “Republish”.
Το κομμάτι που ακούγεται είναι, φυσικά, το Make it With You με τους Bread και δημιουργό τον David Ashworth Gates. Ημερομηνία έκδοσης: Αύγουστος 1970.
25/09/2006
Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2006
0213. Όνειρο [ΝΚ]
Από το 1968, και το αμερικάνικο συγκρότημα "The Turtles", η σύνθεση των Jim McGuinn – Gene Clark "You Showed Me" που ακούγεται σε αυτή την εγγραφή. Μπορεί η πιο γνωστή επιτυχία του συγκροτήματος να είναι το “Happy Together” αλλά και το συγκεκριμένο κομμάτι τους δεν είναι καθόλου άσχημο θαρρώ. . .
22/09/2006
Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2006
0212. Πάπυρος [ΝΚ]
Το τραγούδι που ακούγεται είναι το Mockingbird, από το άλμπουμ “Billie’s Bone” [Cooking Vinyl, COOKCD 285] του 2004, της Janis Ian.
20/09/2006
Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2006
0211. Χαΐνηδες [ΝΚ]
Ήρεμη,
ευγενική μουσική με ξεκάθαρη μελωδική γραμμή. Φυσικά παραδοσιακά όργανα, και
όχι τυποποιημένοι ηλεκτρονικοί “ήχοι”, γεμάτες ενορχηστρώσεις και στίχοι που
έχουν πράγματα να πούνε και ξυπνάνε μνήμες και επιθυμίες. Και, βεβαίως, αυτό το
άρωμα της Κρήτης που διατρέχει το σύνολο του έργου τους όχι μόνο όσο αφορά την
εκφορά του λόγου και το ύφος αλλά θα έλεγα και το ήθος. Παρόλο που ο πυρήνας
τους μόνο παραμένει σταθερός τα καταφέρνουν να έχουν πάντοτε στην σύνθεσή τους
μουσικούς και τραγουδιστές/τραγουδίστριες πρώτης γραμμής.
Από τους αγαπημένους Χαΐνηδες, λοιπόν, και από το έργο τους “Το Μεγάλο Ταξίδι” [LYRA, ML 4897] του 1998, το τραγούδι τους “Είχα Μι’ Αγάπη Μια Φορά” με τη συμμετοχή του Μανώλη Λιδάκη.
Περισσότερες πληροφορίες για το συγκεκριμένο έργο εδώ και το συγκεκριμένο τραγούδι, το οποίο ήδη ακούγεται, εδώ.
Καλή
ακρόαση!
ΕΙΧΑ
ΜΙ' ΑΓΑΠΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ
4:50
τραγούδι:
Μανώλης Λιδάκης - Χαΐνηδες
στίχοι - μουσική:
Δημήτρης Αποστολάκης
Είχα
μια αγάπη μια φορά που 'μοιαζε λίγο
στη θλίψη μόνο με τη φτωχογειτονιά
εκεί που η σκέψη ακροπατεί σαν το φονιά
για να τη δει απ' τη γωνιά
πως να ξεφύγω
Μοιάζουν
οι δρόμοι μας σπαθιά που συναντιούνται
μέσα στη νύχτα και ραΐζουν τη σιωπή
αίμα στ' αχείλι και στο βλέμμα αστραπή
πες μου ποιο στόμα να τα πει
και πως ξεχνιούνται
Τ'
όνειρο μικρή σαν χαθώ νωρίς
κάμε φυλαχτό για να το φορείς
ράψε δυο πουλιά με κλωστή χρυσή
το 'να να 'μαι εγώ, τ' άλλο να 'σαι εσύ
Πέρασε
κόσμε κι η παράσταση θ' αρχίσει
και θα τα πούμε σα δυο φίλοι γκαρδιακοί
που σμίξανε κάποια θλιμμένη Κυριακή
σε μια ταβέρνα ερημική
κι έχουν μεθύσει
Άσπρο
πουκάμισο θα βάλω απόψε πάλι
να πέσει απάνω του σαν ταύρος ο καιρός
δώσε μου μάνα την ευκή να βγω γερός
πόλεμος είναι και χορός
και παραζάλη
Τ'
όνειρο μικρή σαν χαθώ νωρίς
κάμε φυλαχτό για να το φορείς
ράψε δυο πουλιά με κλωστή χρυσή
το 'να να 'μαι εγώ, τ' άλλο να 'σαι εσύ
18/09/2006
Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2006
0210. Παρ’ Ολίγον Τριάντα [ΝΚ]
Μετά είμαι μόνιμα βασανισμένος από αυτό που ονομάζω “μνήμη μιας χαμένης τελειότητας”. Κάθομαι και στοχάζομαι τα στρώματα που πλάγιασα, τα κορμιά που άγγιξα και μ’ άγγιξαν, τις αδιάκοπες μεταφορές από σώμα σε σώμα. Σκότωσα ίσως ή και με σκότωσαν. Φαντάζομαι τις ακτές ενός νησιού και ένα παρακείμενο χωριουδάκι. Σ’ ένα δρομάκι του πλακόστρωτο περιφραγμένο από τα χαμηλά πλινθόκτιστα σπιτάκια δυο γυναίκες συζητούν, η μια γριά με χέρια ροζιασμένα, σαν μπαστούνι πολύροζο τα δάκτυλά της, η άλλη νια, όμορφη, με την ομορφιά των παλιών ανθρώπων που για πάντα χάσαμε. Ξαφνικά φωνές και ταραχή. Φάνηκαν πλοία πειρατών και πια όλοι αναστατώνονται. Και σ’ ένα παρόμοιο κλίμα, αν κάποιο κλίμα, η ιστορία συνεχίζεται. Και ποιος μου λέει ότι δεν το έζησα αυτό που προσπαθώ να περιγράψω. Δεν πάω να φάω το ψωμί του Μπόρχες μα όπως και να ΄χει που θα ΄βρω την απόδειξη ότι δεν το έζησα;
Ξαναγυρίζω σε μια σκέψη παλιά και γράφω ότι είναι δικαίωμα του καθενός να ζητήσει την ευτυχία του όσο μπορεί, όπως μπορεί. Αυτό έκαμα και εγώ, και κατά πως φαίνεται, ετοίμασα τη δυστυχία που πιο πάνω σου ξαναγράφω. Κάθομαι και μετράω τη ζωή μου με τις στροφές των δίσκων μου και με δυσαρεστεί η κατάστασή μου.
Τέτοια πολλά μα όταν δεν έχεις κλείσει τα 18 ακόμα δεν είσαι υποχρεωμένος να τα καταλάβεις. Πάντα, όταν δεν ψευδόμαστε, λέμε το λιγότερο από ότι είναι σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Ο καιρός δε με παίρνει να είμαι ευχάριστος και δεν της μίλησα ψέματα. Όμως το σιγουρότερο να μην κατάλαβε εκείνα που δεν της είπα και που από τη φύση του πράγματος έχουν τη σημασία. Πιάνω λοιπόν τον εαυτό μου καθισμένο να γράφει αυτά που διαβάζεις και αναρωτιέμαι που στο διάολο είναι η δική μου ευτυχία και πόσο επίμονα πρέπει να τη ζητήσω.
Φτιάνω κύκλους στο χαρτί μου και σκέφτομαι την πίκρα της εβδομάδας που έρχεται.
Σηκώνομαι πάω τη βρίσκω και της μιλώ. Εκείνη με κοιτάζει ατάραχη γιατί πιθανότατα δε μαντεύει αυτά που δεν της λέω και που επιδέξια, επαρκώς, περιγράφουν τα λόγια μου. Σκίζουμε τον κήπο στα δυο και βγαίνουμε στο δρόμο ενώ ο ουρανός στάζει νερό σαν στέγη παράγκας.
Εγώ, ένα μέγεθος αναλλοίωτο, παραμένω στη θέση μου καρτερικός και ενσυνείδητος. Η τηλεφωνική μου συσκευή, ανεβασμένη στο ύψος του τραπεζιού της γκρίζα και σοβαρή, με δυναστεύει. Που και που την πιάνει το ρίγος του κουδουνίσματος. Αμέσως κοιτάζω το ρολόγι μου και κάνω τις υποθέσεις μου ριγώντας ανάλογα. Τελικά αποδεικνύετε ότι το τηλεφώνημα ήταν άλλα άντ’ άλλων και εγώ έχω να ηρεμήσω μια ταραγμένη καρδιά. Η έκρηξη θα αρχίσει από το τηλέφωνο. Κοιτάζω αυτό το αντικείμενο και του ανταποδίδω τη ζημιά βγάζοντάς του τη γλώσσα. Με έχει στο χέρι και το γνωρίζει. Το τηλέφωνο είναι από τα σοβαρότερα πράγματα που έχω δει.
Ξαναγυρνώ σε κείνη και τη σκέφτομαι να ταχτοποιεί με τα δάχτυλά της τα στρωσίδια της, να λέει την “καλημέρα” γλυκά στους δικούς της, να πίνει το γάλα της και να κρατά το στυλό της. Σ’ όλα τέλος πάντων τη φαντάζομαι και από την απόσταση των δύο σπιτιών μας πλαντάζω. Εγώ μίλησα, εκείνη δε θα μιλήσει το ξέρω πως της έδωσα ένα ρόλο άχαρο και δε θα τον δεχτεί. Όμως έπρεπε κάπως να γίνουν τα πράγματα να πάψω κι εγώ να διαψεύδομαι. Φτάσαμε στο προορισμό μας και θα χωρίσουμε εκείνη στο μάθημά της κι εγώ στο σπίτι μου. Πώς να γίνουν τα πράγματα αλλιώς; Κάποτε θα πρέπει να αποφασίσουμε και να αποκτήσουμε γνώμη για όλα. Κρίνετέ με για να σας κρίνω. Έτσι είναι η ζωή κι αλλιώς δε γίνεται.
Τη σκέφτομαι να συσκέπτεται τηλεφωνικά ή αλλιώς πως με τη φίλη της, θα ΄χει μια δε μπορεί:
Φίλη μη με κρίνεις έτσι. Δε με γνωρίζεις. Εγώ την Πέμπτη το βράδυ, δηλαδή την παραμονή, έκλαψα για το σφάλμα της ζωής μου και τη διάψευση και τα πράγματα δεν είναι απλά σαν που τα θέλουμε. Φίλη άκουσέ με πριν μιλήσεις σε κείνη για μένα. Φίλη συ ξέρεις εκείνη όχι εμένα. Φίλη της φίλης πες για μας τον καλό σου λόγο να ανοίξει και μας η ζωή μας στο φως.
Ο καιρός περνά και η κοπέλα η μικρή θα μπορέσει να κρατήσει τη στάση της περηφάνιας. “Αυτός μου είπε εγώ δεν”. Στο “δεν” πάει όλη η ουσία. Μα πως ζητάμε από τους άλλους να έχουν κάνει ένα ταξίδι όμοιο με το δικό μας; Μικρή κοπέλα στοχάσου αυτά που δε σου είπα!
Το ξέρω πως είναι δύσκολο όπως γνωρίζω ότι δεν είχα άλλο δρόμο. Με παίρνει το παράπονο σαν κοιτώ τα άδειά μου χέρια.
Φίλη γιατί;
23 Οκτώβρη 1976
Το τραγούδι που ακούγεται είναι το “Mon Amie La Rose” [1964] των Cecile Caulier και Jacques Lacombe τραγουδισμένο από την αγαπημένη Francoise Hardy.
14/09/2006
Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2006
209. Δύσκολοι Καιροί [ΝΚ]
11/09/2006
Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2006
208. Προς αξιότιμον κύριο Μ. [ΝΚ]
Ήταν βραδάκι Παρασκευής, γύρω στις 8, που γύριζε μετά από μια ακόμη κοπιαστική μέρα στο σπίτι του. Τριαντάρης, καλοφτιαγμένος, σπουδαγμένος και επιτυχημένος. Ανερχόμενο στέλεχος σε μια πολυεθνική τράπεζα θαυμαστής του ωραίου και γυναικοκατακτητής. Έκανε το μπάνιο του, τσίμπησε κάτι ελαφρύ και στρώθηκε στον καναπέ μπροστά από την τηλεόραση. Στις 11 θα έβγαινε με την Νάνσυ, την τελευταία του κατάκτηση.
Έπεσε το μάτι του στους φακέλους που είχε ανεβάσει. Το λευκό του προσκλητηρίου έλαμπε. Σηκώθηκε και το πήρε. Το ζύγισε στο χέρι του, βαρύ, πολυτελείας. “Ποιος χαζός νυμφεύεται πάλι;” συλλογίστηκε. Άνοιξε το φάκελο. “Σας προσκαλούμε . . .” και στο τέλος “Αγησίλαος, Θεοφανία”. Θεοφανία, τι Θεοφανία; Η Φανή. Η Φανίτσα! Του ήρθε σκοτοδίνη. Παντρευότανε η Φανίτσα! Η “δική του” Φανίτσα!
Είχανε γνωριστεί από παιδιά. Στο Λύκειο αυτός, στο Γυμνάσιο εκείνη. Τέσσερα χρόνια η διαφορά ηλικίας τους. Λυγερή, όμορφη, μετρημένη. Κορίτσι από σπίτι. Με λαμπρές σπουδές δούλευε εδώ και ένα εξάμηνο σε μια μεγάλη διαφημιστική εταιρεία.
Η Φανή ήταν η αδυναμία της μητέρας του. “Αυτή είναι γυναίκα για ν’ ανοίξεις σπιτικό” του σφύριζε σε κάθε ευκαιρία “Άσε μας ρε μάνα” απαντούσε αυτός και άλλαζε θέμα συζήτησης. Την είχε ζήσει τη Φανή. Την πονούσε. Τη θεωρούσε φίλη του. Η μόνη φίλη του που δεν είχε πλαγιάσει μαζί της. Τον καλοκοίταζε, το έβλεπε. Αλλά δεν ήταν κορίτσι για μια νύχτα ή ένα μήνα. Δεν ήθελε να την πληγώσει, έτσι έλεγε στον εαυτό του. Μερικές φορές σχεδόν την απέφευγε.
Μόλις πριν δυο εβδομάδες ήτανε που βρεθήκανε σ’ εκείνο το μπαράκι στην παραλιακή. Όταν συναντηθήκανε αιφνιδιάστηκε. Έλαμπε! Μια άλλη Φανή. “Τι έγινε Φανίτσα; Ερωτεύτηκες;” Την πείραξε. Είχε κοκκινίσει και είχε σκύψει το κεφάλι. Εκείνο το βράδυ την φλερτάρισε κανονικότατα. Ήταν μια μαγική βραδιά. “Να το επαναλάβουμε” της είπε “Όποτε θέλεις” του απάντησε.
Και τότε μπήκε στη ζωή του η Νάνσυ. Δίμετρη, κοκκινομάλλα, του κόσμου. “Μπήκε; Ή την έβαλα εγώ; Και γιατί;” συλλογιζότανε τώρα ο Μιχάλης. Παντρευότανε η Φανίτσα! Και ποιος ο τυχερός; Ένας τρέχα γύρευε Αγησίλαος. Άκου Αγησίλαος! Σιγά τον άντρα! Ηρέμησε λίγο και ξανακοίταξε το προσκλητήριο. Ο γάμος ήτανε σε δυο εβδομάδες. “Και γιατί δεν μου είπε τίποτα, έστω και από το τηλέφωνο” συλλογίστηκε. Οργίστηκε. Του ανέβηκε η πίεση. Κοίταξε το ρολόι του. Εννιά η ώρα. Σηκώθηκε απότομα.
Σε είκοσι λεπτά της χτυπούσε το κουδούνι. Του άνοιξε μια Φανή χλωμή, με κόκκινα μάτια. “Τι έγινε Φανίτσα;” ρώτησε “Οι γονείς σου;”, “Καλά. Λείπουν” ήρθε η απάντηση. Την κοίταξε “Έτσι είπαμε ρε Φανίτσα;” ρώτησε παραπονιάρικα. “Ούτε έτσι, ούτε αλλιώς” του απάντησε ξεψυχισμένα.
Πέρασαν μέρες πολλές και τα τηλεφωνήματα και τα μηνύματα ειλικρινούς συγγνώμης της Φανής έμεναν αναπάντητα. Στον μήνα απάνω, Κυριακή απόγευμα στις έξι, έφτασε στο σπίτι της Φανής μια τεράστια ανθοδέσμη. Εκατόν ένα κόκκινα τριαντάφυλλα. Τα αγαπημένα της. Δίχως μπιλιέτο, ανώνυμα. Στις οκτώ χτύπησε το κουδούνι. Άνοιξε μια ξαναμμένη Φανή για να αντικρίσει ένα κουστουμαρισμένο Μιχάλη ο οποίος την στραβοκοίταξε και ζήτησε να μιλήσει με τον πατέρα της. Το ίδιο βράδυ αρραβωνιαστήκανε και σε έξι μήνες παντρευτήκανε. Σιγά να μην άφηνε ο Μιχάλης να του φάει το κορίτσι ένας Αγησίλαος και μάλιστα ανύπαρκτος. Μιχάλης ήτανε, Μιχάλαρος!, και όχι Μ., και ο νοών νοείτω, που έγραφε το προσκλητήριο μαϊμού της Φανίτσας!
07/09/2006
Το τραγούδι που ακούγεται είναι το “I’ve Been Thinking About You” των Londonbeat και είναι, βεβαίως, το τραγούδι που, σε δυνατή ένταση, άκουγε ο Μιχάλης τον μήνα που έμεινε μακριά από τη Φανίτσα. Ο στίχος:
We must have been stone crazy
when we thought we were just friends,
'Cause I miss you, baby,
And I've got those feelings again.
I guess I'm all confused about you
Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2006
207. Περί Σχολίων [ΝΚ]
Τα σχόλια, λοιπόν. Αλλά όλα τα σχόλια; Θα έλεγα όχι. Μόνο τα σχόλια που είναι σχετικά, που ο συντάκτης τους έχει κάτι να πει, να επισημάνει ή να προσθέσει. Υπάρχουν σχόλια έξυπνα, χαζά, επί της ουσίας, άσχετα, μεστά, ζόρικα, βαριεστημένα, αναμνηστικά και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Το ότι, ανεξάρτητα από το είδος τους, θα πρέπει να είναι μέσα στα όρια της ευπρέπειας, να μην προκαλούν και να μην προσβάλουν είναι προφανές.
Δεν προσφέρονται όλες οι εγγραφές για σχολιασμό. Μερικές προκαλούν, άλλες περνούν αδιάφορες, και κάποιες αποκλείουν. Πολλές φορές το “στήσιμο” του ημερολογίου προδιαθέτει για το πώς θα σχολιάσεις. Το χιούμορ προσκαλεί το χιούμορ, η κατάθλιψη την κατάθλιψη κ.ο.κ. Και ακόμα το σχόλιο προσκαλεί το σχόλιο. Επεκτείνει το κείμενο, διευκρινίζει, διαφοροποιεί.
Θα έλεγα, τελικά, ότι ένα ημερολόγιο αξίζει όσο τα σχόλια που έχει προκαλέσει. Και στα σχόλια περιλαμβάνονται, φυσικά, και οι απαντήσεις του συντάκτη. Απαντήσεις που, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί και να υπερβαίνουν ακόμα και το αρχικό κείμενο σε αμεσότητα και μεστότητα.
Το να δίνεται απάντηση σε κάθε σχόλιο, έστω και κάτω από την ομπρέλα του ομαδικού μερικές φορές, είναι, θαρρώ, σημαντική παράμετρος για την όλη λειτουργία του ημερολογίου. Δεν είναι μόνο ζήτημα ευγένειας, είναι ζήτημα ουσίας. Είναι, μερικές φορές, ένα βάρος που ο συντάκτης πρέπει αγόγγυστα να επωμιστεί. Είναι η ανταμοιβή εκείνου που σχολιάζει και η επιβεβαίωση ότι ο λόγος του ακούστηκε. Είναι, παράλληλα, ένας από τους πολλούς τρόπους να ξεκινήσει μια διαδικτυακή σχέση και, γιατί όχι;, μια φιλία.
Σαν πρόκληση/πρόσκληση και στο πνεύμα των ανωτέρω, λοιπόν, επέλεξα να ακούγεται το τραγούδι “Come on and Say Ιt”, των Dennis Provisor, Rob Grill και Warren Entner, με το συγκρότημα “The Grass Roots”. Αγαπημένο τραγούδι του 1970 με καθαρή μελωδία και όμορφα φωνητικά. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι!
06/09/2006
Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2006
206. Οι Τελευταίες Σελίδες [ΝΚ]
Αισθάνομαι την ανάγκη να μην έχω πια ανάγκη αυτά που μέχρι τώρα είχα ανάγκη. . .
Σήμερα ημέρα των γενεθλίων μου και εγώ από χθες βράδυ στη Βέροια. Κλείνω 27 χρόνια ζωής και μη μου ζητήσεις να σου εξηγήσω το παραμικρό. . .
. . . Σκέφτομαι πως αν το μπορούσα θα άλλαζα, όχι θα αντάλλαζα, τα πάντα. Από όνομα και εσώρουχα μέχρι επάγγελμα και γνωστούς. . .
Οργάνωση! Υπάρχει μια καταπληκτική έλλειψη οργάνωσης. Και ακόμη έλλειψη θάρρους, τόλμης, αξιοπρέπειας στο κάτω – κάτω. Υπάρχει μια αδικαιολόγητη δίψα, μια έλλειψη υπομονής, ένα σκότωμα του καιρού. Πόσο είμαι κατώτερος από τις σκέψεις μου!. . .
Ξοδεύουμε πολλά προσπαθώντας να φτιάξουμε μια εικόνα του εαυτού μας για τους άλλους.
. . . Τώρα πια όλα έχουν αρχίσει και παραμορφώνονται· από το χαστούκι της στρατιωτικής θητείας, από τις προσωπικές, του καθενός, σχέσεις, από τον παράγοντα δουλειά κι από ένα σωρό άλλα. Ζούμε πια, ως φίλοι, από την ανάμνηση αυτού που κάποτε υπήρξε. Επωφελούμαστε από την μυρωδιά του αρώματος δίχως να κρατούμε πια το μπουκαλάκι. . .
. . . Φίλοι; Τι είναι αυτό;
. . . Να προσπαθήσω, λοιπόν, να είμαι, κατά το δυνατό, ελεύθερος στην σκέψη και την έκφρασή της. Για σένα και για μένα το πιο πολύ. Κι ακόμη τούτο:
Υ.Γ. Το κομμάτι που ακούγεται, Andre Rieu - The Second Waltz (Shostakovich), μου στάλθηκε από την αγαπητή amarylis lililili