Απογευματάκι. Σήμερα.
Με τα πόδια από το γραφείο μέχρι το Σταθμό Συγγρού-Φιξ. Στη διαδρομή αλωνίζεις
στο μυαλό μου. Στη σημερινή και σε αυτή της Τετάρτης, 21 Δεκεμβρίου. Την
τελευταία και την πρώτη μέρα στο γραφείο. Είναι που γνωρίζω ότι, κάποιες φορές,
πατάς στους ίδιους δρόμους. Θέλω, αν γίνεται, να σε αντικρίσω και δεν θέλω, αν
συναντηθούμε, να αιφνιδιαστώ. Χαζεύω σε ένα βιβλιοπωλείο. Αγοράζω ένα
σταυρόλιθο για τη Μ. Βγάζω τρεις φωτογραφίες. Πρώτη φορά στη ζωή μου φοράω κασκόλ. Βαδίζω
και σε αναζητώ μέσα στο πλήθος. Φτάνω στο Σταθμό. Η είσοδος κλειστή. Αναστρέφω
την πορεία μου. Βαδίζω προς το φανάρι για να περάσω απέναντι. Αίφνης· όλα είναι το πρόσωπό
σου. Ποιος θα με πιστέψει αν πω πως το περίμενα. Με έχεις προσπεράσει ή έρχεσαι
από απέναντι. Με είδες ή όχι. Άνευ σημασίας. Κοκαλώνω. Σε φωνάζω με το όνομά
σου. Συνεχίζεις την πορεία σου. Φεύγεις. Σε φωνάζω πιο δυνατά. Σταματάς.
Δίνουμε τα χέρια. “Χρόνια Πολλά”, λέμε. “Να σε φιλήσω”, λες. Φιλιόμαστε. Ευχόμαστε
“Καλές γιορτές” ο ένας στον άλλο. Δεν θέλουμε.
Δεν κοντοστεκόμαστε. Συνεχίζει ο
καθένας, βιαστικά, την πορεία του. Κοιτάζω το ρολόι μου. Πέντε παρά επτά λεπτά.
Θα μου μείνει η απορία: Εγώ
το προκάλεσα;
27/12/2016