Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

0406. Σχολώντας

Σχολούσε. Ετοίμασε τα πράγματά του. Έκλεισε την τσάντα του. Φορούσε το παλτό του όταν ακούστηκαν τα δύο κοφτά χτυπήματα στην πόρτα του γραφείου του. “Εμπρός” είπε, ελαφρά ενοχλημένος. Η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε εκείνη. Στα μπλε και με ένα χαμόγελο αμηχανίας στα μάτια. “Σκέφτηκα να φύγουμε μαζί”, του είπε.

Ξαφνιάστηκε. Πέρασε από το μυαλό του να ξεστομίσει “Αργά δεν το σκέφτηκες;”. Συγκρατήθηκε. “Δεν είναι κακή ιδέα!” της είπε με μια υποψία χαμόγελου. Βγήκαν. Βάδιζαν δίπλα – δίπλα. Σκεφτικοί, αμίλητοι. Αισθανόταν ότι κάτι ήθελε να του πει, κάτι την βασάνιζε. Περπατούσε και περίμενε. Στο στόμα του η γεύση της πίκρας.

Πλησίαζαν το σημείο που οι δρόμοι τους θα χώριζαν. Την άκουσε να παίρνει μια βαθιά ανάσα. “Τι θα έλεγες να πάμε για ένα καφέ;” τον ρώτησε με ένα τόνο αγωνίας στη φωνή. Σταμάτησε. Όλα τα προηγούμενα χύθηκαν να τον πνίξουν. “Όχι”, της είπε ξερά.

Δάκρυα ανέβηκαν στα μάτια της. Κοκκίνισε. “Γιατί;” κατόρθωσε να ψελλίσει. “Γιατί η τελευταία φορά υπάρχει” της απάντησε και η φωνή του ήταν σκληρή. “Εγώ. . . εγώ. . .” ξεκίνησε να λέει εκείνη και τα δάκρυα έτρεχαν, πια, ποτάμι από τα μάτια της.

Χτύπησε το ξυπνητήρι. Άνοιξε τα μάτια έντρομος σχεδόν. Του πήρε κάποια δευτερόλεπτα να συνειδητοποιήσει ποιος ήταν και που βρισκόταν. Σκούπισε με το δεξί το μέτωπό του. Είχε ιδρώσει.

Πόσα χρόνια είχαν περάσει; Επτά, οκτώ; Όχι περισσότερα. Είχε προσπαθήσει. Υπήρξαν ευκαιρίες που πέρασαν ανεκμετάλλευτες. Στιγμές που οι τροχιές τους τμήθηκαν, που πλησίασε ο ένας τον άλλο. Τελικώς δεν έγινε τίποτα. Πέρασε. Έφυγε. Από τότε είχε να τη δει.

Και τώρα το ενύπνιο. Έντονο, απαιτητικό. Και προφητικό; Αισθάνθηκε να ταξιδεύει θολωμένος μέχρι το γραφείο. Το ενύπνιο είχε ποτίσει την ύπαρξη του με τη δική της. Ένιωσε ότι δουλεύει μηχανικά, ότι είναι αφηρημένος. Ο νους του τριγυρνούσε σ’ εκείνη.

Σχολούσε. Ετοίμασε τα πράγματά του. Έκλεισε την τσάντα του. Φορούσε το παλτό του όταν ακούστηκαν τα δύο κοφτά χτυπήματα στην πόρτα του γραφείου του. “Εμπρός” είπε, ελαφρά ενοχλημένος. Η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε εκείνη. Στα μπλε και με ένα χαμόγελο αμηχανίας στα μάτια.
“Βρέθηκα στην περιοχή και είπα να περάσω να σε δω”, του είπε. “Καλά έκανες”, της απάντησε σχεδόν ξερά. “Νόμιζα ότι θα χαρείς. . .” του είπε. “Όχι και τόσο” της απάντησε και την κοίταξε έντονα στα μάτια. “Λάθος μου. Με συγχωρείς. Αντίο” απάντησε και δάκρυα φάνηκαν στα μάτια της. “Στο καλό” της είπε και σταύρωσε τα χέρια στο στήθος. 

Γύρισε, βγήκε προσεκτικά κλείνοντας την πόρτα πίσω της. Την πρόλαβε στο επόμενο τετράγωνο. Την αγκάλιασε. “Πάμε για φαγητό”, είπε επιτακτικά και ήταν όλος ένα χαμόγελο. “Είσαι μεγάλος αλήτης” του είπε και τα μάτια της ήταν κόκκινα από το κλάμα. “Και συ μια μικρή εύπιστη” της αντιγύρισε. “Η τελευταία φορά υπάρχει αλλά, το ποια είναι μένει να αποδειχθεί”, συλλογίστηκε και έσκυψε να τη φιλήσει.

Ξύπνησε για δεύτερη φορά. Κάθιδρος. Το ξυπνητήρι βουβό, η ώρα περασμένη. Σηκώθηκε. Έφτιαξε καφέ. Τηλεφώνησε στο γραφείο. Τους ενημέρωσε ότι σήμερα θα απουσίαζε.

Έμεινε ώρα σκεφτικός πίνοντας τον διπλό καφέ του και μουτζουρώνοντας χαρτιά. Οι δείκτες του ρολογιού στον τοίχο έμοιαζαν με χέρια που άνοιγαν για να αγκαλιάσουν. Εννέα και τέταρτο. Το σκέφτηκε και χαμογέλασε. “Θα πάω να την βρω!” μονολόγησε και σηκώθηκε ορμητικά απ’ την καρέκλα του. . . 


Από τον ιδιαίτερο δίσκο του Λάκη ΠαπαδόπουλουΗ Σούστα”, 1995, η Ειρήνη Δασκαλάκη τραγουδά “Τις Νύχτες Σκέφτομαι Ό,τι Δεν Πρέπει (Κόλλησα)” σε στίχους Σάννυς Μπαλτζή:




10/12/2007

3 σχόλια:

  1. Γουάου!
    Πάνω που ήμουν έτοιμη να σε πω εκδικητικό έρχεται το τέλος και ένα χαμόγελο.
    Ο εξουσιαστής ο έρωτας, αυτός είναι ο αλήτης. Κι'εμείς άνθρωποι και κάνουμε σφάλματα.
    Δεν είναι σπίρτα που τ'ανάβεις ένα ένα, φωτιά είναι και σε καίει. Και θέλει οξυγόνο όπως μόνος σου είπες σε άλλο ποστ.
    Τι ήλιος σήμερα! Μιά φορά ζούμε, μόνο μία...

    Καλημερούδια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ναι!!Να πάει να την βρει. Να τρέξει...

    Σας φιλώ αγαπητέ μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ellinida:

    Ο έρωτας από ένα σημείο και πέρα, άμα του δώσεις τα χαλινάρια, είναι εξαιρετικά επικίνδυνος. Ευτυχώς που ζούμε μόνο μία φορά, ευτυχώς!

    Xνούδι:

    Ας πάει, κι ας πρόσεχε! Τι εμάς μας κόφτει;
    Σας αντιφιλώ!

    Καλημέρα Σας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή