Mπαίνω, σήμερα το πρωί, σε έναν συρμό του metro να πάω στη δουλειά μου και αντικρίζω ένα πλήθος αφισέτες με το ερώτημα:
Γνωρίζετε ότι ένα στα δέκα παιδιά γεννιέται πρόωρα;
Όχι, δεν το γνωρίζουμε
απαντώ, στην πιο κοντινή μου και κάθομαι.
Το ενδιαφέρον, για εμένα, βρίσκεται αλλού. Στον φορέα της διαφημιστικής αυτής καμπάνιας που εμφανίζεται με το όνομα “ηλιτόμηνον”.
Προφανώς “αρχαίο”, προφανώς σχετικό με το “πρόωρος”. Το σημειώνω, λοιπόν, στο μυαλό μου με τη σκέψη:
Όταν επιστρέψω στο σπίτι να το ψάξω.
Το κακό είναι ότι δεν μου έκοψε να φωτογραφίσω μία από τις αφισέτες με το κινητό. Έψαξα, λίγο, στο διαδίκτυο μήπως και βρω τίποτα σχετικό αλλά δεν.
Δούλεψα. Επέστρεψα. Το έψαξα. Βρήκα. Ιδού:
ηλιτόμηνος / ηλιτόμηνος, -ον (Α)· 1. αυτός που γεννήθηκε πρόωρα· 2. (το ουδ. ως ουσ.) το ηλιτόμηνον· η πρόωρη γέννηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. αλιτ- του αορ. αλιτείν «διαπράττω σφάλμα εις βάρος κάποιου» (βλ. λ. αλείτης) + - μηνος (< μην «μήνας»). Το αρχικό φωνήεν εκτείνεται για μετρικούς λόγους. Το -ο-, που στην εξέλιξη της γλώσσας αποτέλεσε το κατεξοχήν συνδετικό φωνήεν του α΄ συνθετικού με το β΄ στα σύνθετα, εμφανίζεται ήδη στα ομηρικά έπη αντί του συνηθέστερου -ε- (πρβλ. αγχέμαχος, εχέβοιος) σε ορισμένα άπαξ λεγόμενα, όπως αμαρτο-επής, ηλιτό-μηνος, φυγο-πτόλεμος κ.ά.].
Οι πληροφορίες από τον έκτο τόμο, σελίδα 55, του εικοσάτομου Λεξικού Της Ελληνικής Γλώσσας του Πάπυρου (2013).
Το ενδιαφέρον, για εμένα, βρίσκεται αλλού. Στον φορέα της διαφημιστικής αυτής καμπάνιας που εμφανίζεται με το όνομα “ηλιτόμηνον”.
Προφανώς “αρχαίο”, προφανώς σχετικό με το “πρόωρος”. Το σημειώνω, λοιπόν, στο μυαλό μου με τη σκέψη:
Όταν επιστρέψω στο σπίτι να το ψάξω.
Το κακό είναι ότι δεν μου έκοψε να φωτογραφίσω μία από τις αφισέτες με το κινητό. Έψαξα, λίγο, στο διαδίκτυο μήπως και βρω τίποτα σχετικό αλλά δεν.
Δούλεψα. Επέστρεψα. Το έψαξα. Βρήκα. Ιδού:
ηλιτόμηνος / ηλιτόμηνος, -ον (Α)· 1. αυτός που γεννήθηκε πρόωρα· 2. (το ουδ. ως ουσ.) το ηλιτόμηνον· η πρόωρη γέννηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. αλιτ- του αορ. αλιτείν «διαπράττω σφάλμα εις βάρος κάποιου» (βλ. λ. αλείτης) + - μηνος (< μην «μήνας»). Το αρχικό φωνήεν εκτείνεται για μετρικούς λόγους. Το -ο-, που στην εξέλιξη της γλώσσας αποτέλεσε το κατεξοχήν συνδετικό φωνήεν του α΄ συνθετικού με το β΄ στα σύνθετα, εμφανίζεται ήδη στα ομηρικά έπη αντί του συνηθέστερου -ε- (πρβλ. αγχέμαχος, εχέβοιος) σε ορισμένα άπαξ λεγόμενα, όπως αμαρτο-επής, ηλιτό-μηνος, φυγο-πτόλεμος κ.ά.].
Οι πληροφορίες από τον έκτο τόμο, σελίδα 55, του εικοσάτομου Λεξικού Της Ελληνικής Γλώσσας του Πάπυρου (2013).
Και για να μην λύσουμε μία απορία και δημιουργήσουμε τέσσερις:
Αγχέμαχος -ον: ΑΝ μαχόμενος εκ του πλησίον (αγχέμαχα όπλα, τα εις μάχην εκ του συστάδην).
Αγχέμαχος -ον: ΑΝ μαχόμενος εκ του πλησίον (αγχέμαχα όπλα, τα εις μάχην εκ του συστάδην).
Εχέβοιος: εχέβοιον, το (Α)· ο ιμάντας που προσδένεται στον ζυγό του αρότρου, το μεσάβοιον.
Αμαρτοεπής-ες: γεν. ους Α ο αστοχών, σφαλλόμενος εις τους λόγους, ο απερισκέπτως ομιλών.
Φυγοπτόλεμος: φυγοπόλεμος-ον επ. –πτόλεμος Α αποφεύγων τον πόλεμον, δειλός.
Φυγοπτόλεμος: φυγοπόλεμος-ον επ. –πτόλεμος Α αποφεύγων τον πόλεμον, δειλός.
Ένα κλικ μακριά αγαπημένος Neil Diamond και – “Nothing But A Heartache” από το καινούργιο του άλμπουμ “Melody Road”:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου