Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

0782. Ραϊμούντο Σίλβα – Μαρία Σάρα



Ο Ραϊμούντο Σίλβα είναι επιμελητής σε ένα εκδοτικό οίκο. Ένας επιμελητής επιμελής και άξιος. Τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που εσκεμμένα θα συνδέσει το όνομά του με ένα ατόπημα. Το ατόπημα τού να προσθέσει ένα “δεν” σε μια πρόταση, να αντιστρέψει το νόημά της και να τινάξει το περιεχόμενο τού βιβλίου, τού οποίου έχει την επιμέλεια, στον αέρα. Παραδίδει τα τυπογραφικά του βιβλίου στον εκδοτικό οίκο και περνά μέρες αγωνίας προσμένοντας την αποκάλυψη της αυθαιρεσίας του και αναλογιζόμενος τις συνέπειές της.

Η αποκάλυψη γίνεται την δέκατη τρίτη μέρα. Ο συγγραφέας του βιβλίου και οι διευθύνοντες του εκδοτικού οίκου μένουν κατάπληκτοι από την ενέργεια αυτή του Ραϊμούντο Σίλβα. Τον καλούν να δώσει εξηγήσεις. Πηγαίνει. Τις εξηγήσεις τις δίνει στο λογοτεχνικό διευθυντή και στον διευθυντή παραγωγής. Παρούσα είναι και μία γυναίκα. Του τη συστήνουν ως εκείνη που, στο εξής, θα αναλάβει “το έργο της διεύθυνσης όλων των επιμελητών που εργάζονται στον εκδοτικό οίκο”. Είναι η Μαρία Σάρα.

Ο Ραϊμούντο παραδέχεται ευθέως το σφάλμα του και, λόγω του άμεμπτου παρελθόντος του και της προσφοράς του, “πέφτει στα μαλακά”. Γλιτώνει με μια επίπληξη και την υποχρέωση η δουλειά του, όπως και των υπολοίπων επιμελητών τού οίκου, να παίρνει την τελική έγκριση από την Μαρία Σάρα.

Από το σημείο αυτό αρχίζει και ξετυλίγεται με τρόπο μαγικό η ιστορία της σχέσης του Ραϊμούντο Σίλβα με την Μαρία Σάρα. Είχα καιρό πολύ να διαβάσω μια τόσο αριστοτεχνικά δοσμένη ερωτική ιστορία και να με ζώσει αγωνία, γιατί όχι;, για την εξέλιξή της. Μια ιστορία που ξεκινά με την προτροπή – απαίτηση της Μαρίας ο Ραϊμούντο να γράψει από την αρχή το βιβλίο, την ουσία του οποίου αλλοίωσε, και να υποστηρίξει το “δεν” που πρόσθεσε. Ο Ραϊμούντο, παρόλο που, όπως ξεκαθαρίζει, είναι ένας απλός επιμελητής και όχι συγγραφέας, δέχεται την πρόκληση και όλα παίρνουν το δρόμο τους.

Η σχέση Ραϊμούντο – Μαρίας εξελίσσεται παράλληλα με τις προσπάθειες του πρώτου να γράψει το βιβλίο που του ζήτησε η δεύτερη και μερικές φορές αναμιγνύεται αριστοτεχνικά με την πλοκή του. Στη σχέση αυτή η Μαρία είναι μαγικά διεκδικητική και ο Ραϊμούντο συγκρατημένα δεκτικός. Όταν το βιβλίο ολοκληρωθεί, και, συνεκδοχικά, το “δεν”, που τα προκάλεσε όλα, αιτιολογηθεί, ο Ραϊμούντο και Μαρία θα είναι ζευγάρι.
Παραθέτω, για να στο πνεύμα της σχέσης μπείτε, ένα απόσπασμα από την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Ραϊμούντο και της Μαρίας:

. . .

- Πώς είστε

Η φωνή ήχησε απρόσμενα, ο Ραϊμούντο Σίλβα περίμενε να ακούσει ξανά την υπηρέτρια να λέει κάτι σαν “Σας δίνω την κυρία δοκτορέσσα” και να υπάρξει μια καθυστέρηση τριών τεσσάρων ακόμα δευτερολέπτων, κι αντί γι’ αυτό η άμεση ερώτηση, “Πώς είστε”, που αναποδογύρισε την κατάσταση, γιατί εκείνος, μάλιστα, δικαιούταν να εκφράσει το ενδιαφέρον του για την κατάσταση της ασθενούς

- Είμαι καλά, ευχαριστώ

Και πρόσθεσε γρήγορα

- Ήθελα να μάθω αν είστε καλύτερα

- Πώς μάθατε ότι είμαι άρρωστη

- Στον εκδοτικό οίκο

- Πότε;

- Χθες το πρωί

- Επομένως τηλεφωνήσατε για να μάθετε τι κάνω

- Ναι

- Σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον, μέχρι στιγμής είστε ο μοναδικός επιμελητής που ενδιαφέρθηκε

- Θεώρησα ότι ήταν χρέος μου, ελπίζω να μην σας ανησύχησα

- Το αντίθετο, σας είμαι ευγνώμων, είμαι καλύτερα και ίσως αύριο, το νωρίτερο, θα   μπορέσω να επιστρέψω στο γραφείο

- Δεν θέλω να σας ενοχλήσω περισσότερο, σας εύχομαι ταχεία ανάρρωση

- Προτού το κλείσουμε, πώς μάθατε τον αριθμό του τηλεφώνου μου

- Μου τον έδωσε η δεσποινίς Σάρα

- Η άλλη

- Ναι, η τηλεφωνήτρια

- Πότε;

- Σας το είπα, χθες το πρωί

- Και μου τηλεφωνήσατε τελικά σήμερα;

- Φοβήθηκα μήπως πέσω σε άκαιρη στιγμή

- Και νίκησε ο φόβος;

- Έτσι φαίνεται, απόδειξη ότι μιλώ τώρα μαζί σας

- Ωστόσο όμως, προηγουμένως, θα πληροφορηθήκατε ότι θέλησα εγώ να μιλήσω μαζί σας

Για δυο δευτερόλεπτα ο Ραϊμούντο Σίλβα σκέφτηκε να προσποιηθεί πως δεν είχε λάβει το μήνυμα, κι όταν πήγαινε να τελειώσει και το τρίτο δευτερόλεπτο

- Ναι

- Μπορώ λοιπόν να υποθέσω ότι μου τηλεφωνήσατε επειδή δεν μπορούσατε να κάνετε αλλιώς, μιας και είχα πάρει την πρωτοβουλία

- Μπορείτε να υποθέσετε ό,τι θέλετε, είναι δικαίωμά σας, να υποθέσετε όμως επίσης ότι, αφού κι εγώ ζήτησα τον αριθμό σας από την τηλεφωνήτρια, δεν το έκανα για να τον κρατήσω στην τσέπη μου, περιμένοντας δεν ξέρω κι εγώ τι

- Μα περιμένατε όντως δεν ξέρω κι εγώ τι

- Ήταν άλλος ο λόγος

- Ποιος;

- Απλούστατα μου έλειψε το κουράγιο

- Το κουράγιο σας, κατά τα φαινόμενα, περιορίστηκε σ’ εκείνο το επεισόδιο με την επιμέλεια, που δεν σας αρέσει να συζητάμε

- Πραγματικά, σας τηλεφώνησα μονάχα για να μάθω για την υγεία σας και να σας ευχηθώ περαστικά

- Και δεν νομίζετε πως είναι ώρα να με ρωτήσετε γιατί σας τηλεφώνησα εγώ;

- Γιατί μου τηλεφωνήσατε εσείς;

- Δεν νομίζω ότι μου αρέσει αυτό το ύφος

- Δώστε σημασία στις λέξεις και όχι στον τρόπο

- Υπέθετα ότι η εμπειρία σας ως επιμελητή θα σας είχε διδάξει ότι οι λέξεις χωρίς το ύφος δεν είναι τίποτα

- Μια λέξη γραμμένη είναι μια λέξη μουγκή

- Η ανάγνωση της δίνει φωνή

- Εκτός κι αν είναι σιωπηλή

- Ακόμα κι έτσι, ή μήπως νομίζετε κύριε Ραϊμούντο Σίλβα ότι ο εγκέφαλος είναι σιωπηλό όργανο

- Εγώ είμαι μονάχα ένας επιμελητής, κάνω ό,τι και ο τσαγκάρης που αρκείται στο σανδάλι, ο εγκέφαλος ξέρει τα πάντα για μένα, εγώ όμως δεν ξέρω τίποτα γι’ αυτόν

- Ενδιαφέρουσα παρατήρηση

- Ακόμα δεν απαντήσατε στην ερώτησή μου

- Ποια ερώτηση;

- Πώς και μου τηλεφωνήσατε

- Τώρα πια δεν ξέρω αν έχω όρεξη να το πω

- Τελικά δεν είμαι ο μόνος δειλός

- Δεν θυμάμαι να μίλησα για δειλία

- Μιλήσατε για έλλειψη κουράγιου

- Δεν είναι το ίδιο

- Οι δυο όψεις του νομίσματος είναι διαφορετικές. Το νόμισμα όμως είναι ένα

- Η αξία του πάει μόνο απ’ τη μία όψη
- Δεν την καταλαβαίνω αυτή τη συζήτηση και νομίζω ότι δεν να τη συνεχίσουμε, εξάλλου δεν είναι φρόνιμο, έτσι άρρωστη που είστε

- Δεν σας πάει ο κυνισμός

- Δεν είμαι κυνικός

- Το ξέρω, ωστόσο τον προσποιείστε

- Ειλικρινά, μου φαίνεται ότι δεν ξέρουμε πια τι λέμε

- Εγώ ξέρω πολύ καλά

- Τότε εξηγήστε μου

- Δεν χρειάζεστε εξηγήσεις

- Αποφεύγετε το ερώτημα

- Εσείς αποφεύγετε το ερώτημα, κρύβεστε πίσω απ’ τα δάχτυλό σας και θέλετε να σας πω αυτό που ήδη ξέρετε

- Παρακαλώ

- Παρακαλώ τι

- Νομίζω ότι είναι καλύτερα να κλείσουμε, αυτός ο διάλογος εξελίσσεται σε αμφίσημο

- Είναι γιατί εσείς τον οδηγείτε προς τα εκεί

- Εγώ;

- Ναι

- Είστε γελασμένη, εμένα μου αρέσουν τα ξεκάθαρα πράγματα

- Τότε γίνετε ξεκάθαρος και πείτε μου γιατί είστε επιθετικός κάθε φορά που μιλάτε μαζί μου

- Δεν είμαι επιθετικός με κανέναν, δεν έχω αυτή τη μοντέρνα ιδιότητα

- Από την πρώτη μέρα που γνωριστήκαμε , αν θα πρέπει να σας το θυμίσω

- Οι περιστάσεις

- Οι περιστάσεις όμως αργότερα άλλαξαν και η επιθετικότητά σας συνεχίστηκε

- Συγγνώμη, δεν είχα καμία τέτοια πρόθεση

- Τώρα σας ζητώ εγώ και σας παρακαλώ να μη χρησιμοποιείτε ανώφελες λέξεις

- Σωπαίνω

- Τότε ακούστε, σας τηλεφώνησα γιατί ένιωθα μόνη, γιατί ήμουν περίεργη να μάθω αν δουλεύατε, γιατί ήθελα να μου ευχηθείτε περαστικά, γιατί

- Μαρία Σάρα

- Μη λέτε έτσι το όνομά μου

- Μαρία Σάρα μου αρέσετε

Μεγάλη παύση

- Είναι αλήθεια;

- Αλήθεια

- Σας πήρε πολύ μέχρι να μου το πείτε

- Κι ίσως να μη σας το έλεγα ποτέ

. . . 

Ακολουθούν σκορπίσματα από το βιβλίο:

Το λέτε με ελάχιστο ενθουσιασμό, Με άλλο τόσο κάνατε κι εσείς την ερώτηση.

Μα η ζωγραφιά δεν είναι παρά λογοτεχνία φτιαγμένη με πινέλα.

Όλο και κάποια συμβουλή έχουμε πάντα για τον Θεό.


Είναι που τίποτα δεν κουράζει τους ανθρώπους περισσότερο από την αυστηρή τήρηση των αρχών τους.


Τα βιβλία είναι εδώ, σαν ένας πάλλων γαλαξίας, και η λέξη μέσα τους πλέει σαν άλλη κοσμική σκόνη, περιμένοντας το βλέμμα που θα τη στερεώσει πάνω σε μία σημασία ή θα αναζητήσει σ’ αυτήν μια καινούργια σημασία.

Σήμερα είναι η πρώτη μέρα του π άλλων της ζωής σου.

Είναι αυτές οι μικρές αθλιότητες του πνεύματος που πρέπει να πληρώσει το σώμα, αυτό που δεν φταίει σε τίποτα.

Όλα τα μυθιστορήματα είναι αυτό ακριβώς, απελπισία και μια αποτυχημένη προσπάθεια να μην είναι το παρελθόν ένα πράγμα οριστικά χαμένο.

Τη νύχτα εδώ, ανάμεσα στα χαμηλά σπίτια, μαζεύονται τα τρία φαντάσματα, αυτό που έγινε, αυτό που ήταν να γίνει κι αυτό που θα μπορούσε να έχει γίνει, δεν μιλούν, κοιτάζονται όπως κοιτάζουν οι τυφλοί και σωπαίνουν.

Ωστόσο οι προειδοποιήσεις δεν ωφελούν, όσο κι αν η εμπειρία μας αποδεικνύει καθημερινά πως η κάθε λέξη είναι μια επικίνδυνη θητεία στη μαγεία.

Οι στιγμές είναι πάντα πολλές, ακόμα κι όταν τα δευτερόλεπτα είναι λίγα.

Τη χείριστη παραφωνία που έχουμε όταν δεν συνάδει η λέξη με τον ήχο και οι δυο τους με την πρόθεση.

Όσο βρέχεται κανείς στον ωκεανό τόσο βρέχεται και στο ποτάμι του χωριού του.

Πίσω από το χρόνο έρχεται πάλι ο χρόνος.

Θεέ μου, τέτοια γλυκιά κι απαλή θλίψη ας μη μας λείψει ποτέ, ούτε και την ώρα της χαράς μας.

Γιατί μόνο οι άνθρωποι με λειψή εκπαίδευση πιστεύουν πως έχουν όλα τα δικαιώματα και κρατούν όλα τα κλειδιά του κόσμου.

Τον φτωχό ο πλούσιος δεν τον πιστεύει.

Η περίπτωση να είναι εξίσου αδιάφορα για το Θεό και το ναι και το όχι, και το καλό και το κακό, δεν χωράει σε κεφάλια σαν τα δικά μας, γιατί, σε τελευταία ανάλυση, σε κάτι πρέπει να χρησιμεύει κι ο Θεός.

Θεέ μου, λυπήσου τους ανθρώπους που ζουν από τη φαντασία τους.

Ίσως γιατί θα χρειαζόταν πολύ μεγάλη εξυπνάδα για να εξηγήσει κανείς την ηλιθιότητα.

Παρόλο που είχαμε συνείδηση ότι επινοήσαμε το ψέμα, νομίζαμε ακόμα πως ήμασταν ικανοί να ζούμε την αλήθεια.

Όλα τούτα, εμείς το ξέρουμε, είναι υποθέσεις ενός αφηγητή που τον απασχολεί η αληθοφάνεια περισσότερο κι από την αλήθεια, που την έχει για ανέφικτη.

Στην αρένα χρειάζεται τη συμβουλή ο μονομάχος.

Τα προβλήματα αρχίζουν πάντα όταν μπαίνουν στο προσκήνιο οι διαμεσολαβητές του Θεού, είτε λέγονται Ιησούς είτε Μωάμεθ, για να μην αναφερθούμε σε προφήτες και ελάσσονες αγγελιοφόρους.

Η χρήση φτιάχνει τον κανόνα.

Στην αφελή απορία για την επίδραση που έχει ο καθένας μας στις πράξεις των άλλων χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουμε.

Άνθρωπος που δεν μιλάει και σκύλος που δεν γαβγίζει δεν είναι για εμπιστοσύνη.

Πες μου πώς ζεις να σου πω ποιος είσαι, Το αντίθετο, θα σου πω πώς δεν πρέπει να ζεις αν μου πεις ποιος είσαι.

Ποτέ δεν θα μάθουμε πόσο πολύ θα μπορούσαν οι ζωές μας ν’ αλλάξουν αν κάποιες φράσεις που ακούσαμε, αλλά δεν αντιληφθήκαμε, τις είχαμε καταλάβει.

Τόσα όπλα και να μην υπάρχει κανείς για να σκοτώσεις.

Όπως είναι γνωστό, ό,τι αξίζει ένας στρατιώτης το χρωστά στο λοχία του.

Κάτω από το κοινό χέρι του άντρα βρισκόταν το θαύμα του στήθους.

Από την καρδιά όλα μπορεί να τα περιμένει κανείς, ακόμα και την αρμονία των αντιφάσεών της.


Αν, μετά από όλα αυτά, αναρωτιόσαστε για ποιο βιβλίο πρόκειται δεν έχω σκοπό να το κρατήσω μυστικό. Πρόκειται για το βιβλίο:

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ
του αγαπημένου Ζοζέ Σαραμάγκου.Βιβλίο του εκδοτικού οίκου ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ (ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΠ’ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, 1998) μεταφρασμένο, ως συνήθως, από την κα. Αθηνά Ψυλλιά με 398 σελίδες και ISBN: 978-960-03-3917-9.

Αποκτήστε ένα αντίτυπό του, διαβάστε το, ζήστε την ιστορία του Ραϊμούντο και της Μαρίας, ΧΑΡΕΙΤΕ!

Να είσαστε όλοι και όλες Καλά!

Από το μακρινό 1956, και μόλις ένα κλικ μακριά ως συνήθως, ακούμε το τραγούδι “In Old Lisbon” με την ορχήστρα του αγαπημένου Frank Chacksfield.

29/08/2011

2 σχόλια:

  1. Αυτό θα το διαβάσω.

    Ο Σαραμάγκου με έχει μαγέψει.

    Καλό Φθινόπωρο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Συνεπώς οι μαγεμένοι είμαστε, τουλάχιστον, δύο. . .

    Καλή ανάγνωση, λοιπόν.

    ΚαληΗμέρα :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή