Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2006

0243. Ποτέ [ΝΚ]



Το τραγούδι που ακούγεται είναι “Ο Τάκης” από το “Τσάι Γιασεμιού” [του 1985] σε μουσική Λάκη Παπαδόπουλου, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία από την Αρλέτα.


29/11/2006

Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2006

0242. Σημεία των Καιρών [ΝΚ]

Πολύ μου αρέσουν οι άνθρωποι που έχουν “κουλτούρα”. Πρώτα - πρώτα μου αρέσουν γιατί, όπως αποδεικνύεται, έχω κι εγώ! Μετά μου αρέσουν γιατί είναι ήρεμοι άνθρωποι. Λεπτοί. Ισορροπημένοι. Γνωρίζουν επακριβώς και πότε και πώς “να την κάνουν”. Και μάλιστα με στυλ και ύφος καλλιεργημένου ανθρώπου. Αεράτα. Δίχως αναλύσεις, εξηγήσεις και υπεκφυγές. Τσεκουράτα! Όπως ταιριάζει σε ανθρώπους που έχουν διαβάσει πέντε βιβλία και θα διαβάσουν και άλλα τόσα. Σε ανθρώπους ταξιδεμένους. Του κόσμου. Που έχουν συμμετάσχει και σε 1, 2, 5, 6 συνέδρια και τους έχουν καλέσει και σε 7, 8, 9 10 δεξιώσεις. Έτσι!

Εμείς οι της “κουλτούρας”, λοιπόν, τις πάμε τις σχέσεις μας μέχρι εκεί που πηγαίνουν. Δεν τις ζορίζουμε. Δεν τις παραφορτώνουμε. Δεν τις παραμορφώνουμε. Τις αφήνουμε γλυκά - γλυκά “να τσουλάνε”. Μέχρι εκεί που έχουν λαδάκι να κάψουνε. Μέχρι εκεί που τα ανήσυχα, ζωηρά, σπινθηροβόλα πνεύματά μας αρέσκονται να επικοινωνούν και να αναστενάζουν. Οι συναντήσεις μας είναι πάντοτε υψηλοτάτου επιπέδου. Μιλάμε όλο για βιβλία, κινηματογράφο, τέχνη, τέτοια. Συνήθως συμφωνούμε. Αλληλοθαυμαζόμαστε. Αλληλοσυγχαιρόμαστε. Επιμελώς στις γιορτές μας ανταλλάσσουμε βιβλία, δίσκους, μικροτεχνήματα. Άντε και κανένα κουλτουριάρικο αξεσουάρ. Ποτέ κάλτσες ή παρόμοιες σαχλαμάρες.

Είμαστε πολυάσχολοι. Κατανοούμε, μέχρι αηδίας, τη σιωπή του απέναντι. Έξι μήνες σιωπής, ας πούμε, δε σημαίνουν τίποτα. Δεν αποτελούν εμπόδιο. Σηκώνουμε το τηλέφωνο μπουμπουνίζουμε τα “Χρόνια Πολλά” μας και δεν τρέχει τίποτα. Τυπικά, ωραία, ισορροπημένα. Υπάρχει κατανόηση. Υπάρχει ήθος. Όλα μας τα διαζύγια συναινετικά. Δε φτάνει που χαθήκαμε, θα χαλάσουμε και τις καρδιές μας; Να το ψάξουμε; Γιατί να το ψάξουμε; Ο βίος, οι δυσκολίες του, οι υποχρεώσεις λόγω θέσεως και βαθμού; Λίγα είναι; Όχι βέβαια!

Το είπαμε. Οι σχέσεις μας κρατάνε όσο κρατήσουν. Το ευχαριστιόμαστε όσο το ευχαριστιόμαστε. Γιατί να το κουράζουμε; Γιατί να το ψειρίζουμε; Μακριά κι αγαπημένοι! Δεν είναι καλύτερα έτσι; Και ποιος γνωρίζει; Έχει ο καιρός γυρίσματα. Μπορεί να τμηθούν και πάλι οι τροχιές μας. Να σμίξουμε και πάλι σε επίπεδα υψηλότατα. Να το ματαξανακαταευχαριστηθούμε! Και τότε 6, 16, 26, 256 μήνες άκρας σιωπής δεν θα σημαίνουν απολύτως τίποτα.                                                                 

Έτσι δεν είναι;


Το τραγούδι που ακούγεται είναι το αγαπημένο Days [1968] με το συγκρότημα The Kinks.


27/11/2006

Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2006

0241. “Ωραίος άνθρωπος!” [ΝΚ]

Κάθομαι στο «σαλόνι» του 5ου ορόφου του νοσοκομείου. Έχει προηγηθεί ένα από τα αναρίθμητα και ανεπανάληπτα “Περάστε έξω’’ [από τον θάλαμο] που όποιος, τελικά, γουστάρει μπορεί να επιβάλλει στους άλλους. Δίπλα μου κάθεται ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που περιμένει να επισκεφθεί κάποιο οφθαλμίατρο. Τους προσεγγίζει ένας ασπρομάλλης κύριος, στα 65 με 70 του, με μπλε μπουφανάκι και κίνηση σχεδόν χορευτική που παραπέμπει σε ηλικίες πολύ πιο κάτω από τη δική του.
“Είδα το γιατρό!’’ τους ανακοινώνει πανευτυχής.
Προφανώς γνωρίζονται. Πιθανότατα έχουν τον ίδιο γιατρό.
“Είναι πολύ καλός!’’ τους λέει ενθουσιασμένος.
“Και όταν τον ρώτησα: Γιατρέ τιι;’’ συνεχίζει
“Μου απάντησε: Ό,τι θέλεις!’’.
“Ωραίος άνθρωπος!’’. “Ωραίος άνθρωπος!’’ επαναλαμβάνει και το προσωπάκι του αστράφτει από χαρά. Τα ματάκια του λάμπουν. Το λέει και το πιστεύει. “Ωραίος άνθρωπος!’’ μονολογεί και απομακρύνεται προς το ασανσέρ με τα νεανικά, χορευτικά του βήματα.
Δε γνωρίζω αν ο γιατρός είναι “Ωραίος άνθρωπος!’’. Μάλλον όχι θα έλεγα. Αλλά εκεί έχουμε καταντήσει. Να θεωρούμε “Ωραίο άνθρωπος’’ όποιον μας επιτρέπει να επιλέξουμε το πόσο θα χαρατσωθούμε. Αετός ο γιατρός. Βασίζεται στο “φιλότιμο’’ του Έλληνα. Γνωρίζει πολύ καλά ότι σε θέματα υγείας δεν χωράνε αστεία. Γνωρίζει επίσης πόσο πολύτιμη και ακριβή γίνεται η υγεία όσο μεγαλώνουμε. Τραβάει, λοιπόν, ένα “Ό,τι θέλεις!” και κοιμάται ήσυχος. Γνωρίζει ότι 99,9% ο κάθε γεράκος, η κάθε γριούλα θα κάνει ότι μπορεί για να ανταποκριθεί με αξιοπρέπεια. Θα στερηθεί για να “πληρώσει” τον γιατρό που θα τον κάνει καλά. Και δε λέει “Τίποτα παππούλη. Τίποτα γιαγιάκα. Πληρώνομαι γι’ αυτό που κάνω από το ταμείο υγείας σου”. Αστεία με την τσέπη δε γίνονται. Φταίει ο γιατρός [που, ευσχήμως, τα ζητάει], φταίνε οι ασθενείς [που τα δίνουν], φταίει το κράτος [που το επιτρέπει, το συντηρεί, το διαιωνίζει]. Ένα κράτος αποδεδειγμένα ανίκανο να χειριστεί [και] τα ζητήματα υγείας, να δημιουργήσει αξιοπρεπείς υποδομές, να πληρώσει ικανοποιητικούς μισθούς και να εξαλείψει το “φακελάκι”.
Και άλλο ένα περιστατικό. Την μητέρα, ή η πεθερά ίσως, της Λαρίσας την φέρανε στο διπλανό κρεβάτι. Η Λαρίσα κλαίει. Είναι ξανθιά, μεγαλόσωμη, επιβλητική. Αλλοδαπή. Μιλάει σωστά Ελληνικά με ξενική, ωστόσο, προφορά. Ηλικίας γύρω στα 45. Η ασθενής της στα 88. Φανερά καταβεβλημένη.
Με πρόσωπο κατακόκκινο από το κλάμα η Λαρίσα έχει πέσει πάνω της. Πρόσωπο με πρόσωπο. Και.
Και με ένα τσιμπιδάκι της αφαιρεί τις τρίχες από το πηγούνι!
Θεέ και κύριε! Η γυναίκα πεθαίνει και η άλλη την “καλλωπίζει”!. Το κλάμα κλάμα και η αποτρίχωση αποτρίχωση. Μετά το πηγούνι επιμελώς θα περάσει και στα φρύδια.
Λίγο αργότερα, σαφώς πιο ήρεμη, η Λαρίσα θα καθίσει στο “σαλόνι” και, με πραγματική απόλαυση, θα μασουλίσει 3 – 4 κομμάτια . . . παστό ψάρι. Ρέγκα ίσως. Όταν τελειώσει θα σκουπίσει προσεκτικά το δάπεδο με μία χαρτοπετσέτα.
Έτσι είναι οι θάλαμοι και τα “σαλόνια” των νοσοκομείων. Τόποι όπου μπορείς να σκεφτείς και τόποι για να συναντήσεις το ασυνήθιστο και κάποτε το παράταιρο. . .


Ειδικά αφιερωμένο στον χειρουργό οφθαλμίατρο, τον “Ωραίο άνθρωπο’’, το τραγούδι που ακούγεται. Το τραγούδι, βεβαίως, “Είμαι πολύ Ωραίος’’ σε μουσική Λυκούργου Μαρκέα και στίχους Γιάννη Λογοθέτη με ερμηνευτή τον Θέμη Ανδρεάδη.


25/11/2006

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2006

0240. “Τζάνειο” [ΝΚ]


Στο “Τζάνειο” από το απογευματάκι του Σαββάτου, 18/11/2006. Μπροστά το ασθενοφόρο, από πίσω εγώ με το αυτοκίνητο. Η μητέρα μου. Πουθενά χώρος για το αυτοκίνητο. Όλη η περιοχή γεμάτη λαμαρίνες. Με τα πολλά μια θεσούλα στη μαρίνα Ζέας [αν έτσι]. Ένα Σάββατο σκέτη κόλαση. Στη βραδινή επιστροφή κατά λάθος στην Αθηνών – Λαμίας. Επιστροφή στην παραλιακή μέσω Μοσχάτου. Έμαθα. Την έχουν πατήσει πολλοί.

Ανθρώπινος πόνος. Ρολόγια που μοιάζουν πεισματικά κολλημένα στη στιγμή. Ατελείωτες αναμονές. Απαρχαιωμένες υποδομές. Φοβερή έλλειψη χώρου. Οκτώ κρεβάτια σε θαλάμους κατασκευασμένους για έξι. Ντουλάπες μπλοκαρισμένες. Ατομικά τραπεζάκια βαλμένα με το πλάι και στην ουσία αχρηστευμένα. Αποχωρητήρια στου διαόλου τη μάνα δίχως χαρτί υγείας, σαπούνι, χειροπετσέτες ή συσκευή στεγνώματος χεριών. Η αποθέωση της ευπρέπειας, η απόδειξη του 1+1=3. Ασανσέρ για κλειστοφοβικούς. Τέσσερα άτομα σε επαφή. Γραφεία κουτάκια. Ατέλειωτες ουρές. Χαρτοβασίλειο.

Κάθε κρεβάτι και μία, δύο, τρεις οικογένειες τιναγμένες στον αέρα. Διαδρομές, αποκλειστικές νοσοκόμες, απουσίες από την εργασία. Και κόπωση. Απέραντη κόπωση. Ποιος υπολόγισε ποτέ το κόστος για την εθνική οικονομία; Μήπως αρτιότερες υποδομές και πλήρης στελέχωση οδηγούσαν σε σημαντικά μικρότερο συνολικό κόστος; Ψιλά γράμματα. Ένα κράτος που αγκομαχά και σε αυτόν τον τομέα. Κάθε πολίτης του ένας εν δυνάμει αποκλειστικός νοσοκόμος. Κάθε μητέρα, θυγατέρα, σύζυγος, αδελφή μια σίγουρη, δοκιμασμένη αποκλειστική νοσοκόμος την προσφορά της οποίας το ελληνικό ντοβλέτι [επίτηδες η τούρκικη λέξη] αξιολογεί ότι δεν [του] κοστίζει τίποτα.

Σήμερα το πρωί το πρώτο “ράντσο”. Όχι στο διάδρομο, είναι στενούλης ο καημένος και φιλοξενεί ένα σωρό σκατολοήματα, αλλά στο “σαλόνι”. Μέχρι το μεσημεράκι τα ράντσα είχαν γίνει τέσσερα καλυπτόμενα από κάτι παραβάν, λέμε τώρα, της κακιάς ώρας. Από τη μια, λοιπόν, τέσσερεις πολίτες που, προφανώς, πληρώνουν τους φόρους τους σε κοινή θέα και με όλες τις ανέσεις [ευάεροι και ευήλιοι]. Από την άλλη η μητέρα μου που από το Σάββατο το απογευματάκι περιμένει να κάνει μια αξονική τομογραφία. Τρεις μέρες, τους χαρίζω το Σαββατοκύριακο, πιάνει ένα κρεβάτι για μια εξέταση μισής ώρας.

Το νοσηλευτικό προσωπικό, κατά βάση φιλότιμο, κάνει ότι μπορεί. Η προσπάθεια τους, για τους χώρους μέσα στους οποίους λειτουργούν, είναι θα έλεγα ηρωική. Το άσχημο είναι ότι πέρα από τον χώρο δεν έχουν, προφανώς, και τον χρόνο, [ή μήπως και τις γνώσεις;], να οργανώσουν καλύτερα την εργασία τους, να την συστηματοποιήσουν. Όσο για τον σεβασμό της αξιοπρέπειας και της προσωπικότητας των νοσηλευομένων, των συνοδών τους, των επισκεπτών αλλά και του συνόλου του προσωπικού ΕΔΩ ΓΕΛΑΝΕ.

Θα περάσει. Κι αυτό θα περάσει.

Αλλά.
Είμαι οργισμένος.

22/11/2006


Και τι τραγούδι να συνοδεύσει ένα τέτοιο κείμενο; Δύσκολο. Μα για στάσου! Να ένα που, με κάποιες διευκρινήσεις, θαρρώ ταιριάζει. Αφιερωμένο εξαιρετικά, λοιπόν, σε όλους τους ανάλγητους, χοντροκέφαλους, μεγαλοσχήμονες κόπανους που έχουν κάνει τη χώρα σαν τα μούτρα τους το “Αλλάξαμε Θέση” με την Αλέξια και την ευχή να γίνει επιτέλους!


Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2006

0239. “Εύρετρον” [ΝΚ]

Στις 3 Μαρτίου του 2727 λειτούργησε το “Εύρετρον”. Μια υβριδική μηχανή λήψης, ταξινόμησης και επεξεργασίας πληροφοριών. Για την κατασκευή της εργάστηκε ένας εσμός επιστημόνων το γνωστικό αντικείμενο των οποίων κάλυπτε όλα τα πεδία της ανθρώπινης γνώσης. Η χρονική διάρκεια ανάπτυξης άγγιξε τα επτά έτη και η φάση τροφοδότησης της με πληροφορίες πέντε.
Στη μηχανή, συνδυασμό λογισμικού και Hardware, καταχωρίστηκαν όλα όσα μέχρι τότε δημιουργήθηκαν από τον άνθρωπο σε κείμενο, ήχο ή εικόνα και τους συνδυασμούς τους. Με τον Παγκόσμιο Νόμο 675, η τροφοδότησή της με στοιχεία περιορίστηκε μέχρι και το έτος 2600. Στόχος ήταν η ταξινόμηση / αξιολόγηση / απόλαυση της ανθρώπινης γνώσης και της πνευματικής / καλλιτεχνικής δημιουργίας. Για την αξιολόγηση χρησιμοποιήθηκαν δυο ομάδες κριτηρίων. Η πρώτη ομάδα κάλυπτε τα ισχύοντα της εποχής που εξεταζότανε. Η δεύτερη κριτήρια ισχύοντα τον 28Ο αιώνα.
Με τη βοήθεια της συσκευής επαναξιολογήθηκαν, αρχικά μέχρι το έτος 2100, τα έργα και οι ημέρες όλων των ηγεμόνων / πολιτικών αρχηγών / ηγητόρων. Σημειώθηκαν εκπλήξεις σε όλες τις κατηγορίες. Γενικώς αποδεκτοί ηγέτες αποδείχθηκαν μικρότεροι, ή και κατά πολύ μικρότεροι, της φήμης τους. Κάποιοι ηγέτες χαμηλού προφίλ αποδείχτηκαν πολύ ανώτεροι. Δυο αρχηγοί κρατών αποδείχθηκαν κοινοί προδότες. Εκατοντάδες ηγήτορες ασυνεπείς και καιροσκόποι.
Επαναξιολογήθηκε η προσφορά όλων των κατόχων Νόμπελ στο σύνολο της. Κι εδώ εκπλήξεις. “Μεγάλοι” λογοτέχνες και επιστήμονες αποδείχθηκαν κοινοί λογοκλόποι. Λιγότερο γνωστοί αποδείχτηκαν μέγιστοι. Αποκαλύφθηκε ποια έντυπα, ποια πρακτορεία ειδήσεων και ποια τηλεοπτικά κανάλια παραπληροφορούσαν τους αναγνώστες / ακροατές τους και συστηματικά υπηρετούσαν πολιτικά / οικονομικά συμφέροντα.
Στις τέχνες επαναξιολογήθηκαν οι πρωτοπόροι, οι κλασσικοί, οι μέγιστοι. Προκύψανε νέες καταστάσεις στις οποίες δεν έλλειπαν οι εκπλήξεις. Δημιουργήθηκαν έτσι νέα μεγάλα ονόματα εικαστικών, ηθοποιών, σκηνοθετών, συνθετών και άλλων.
Παράλληλα αναδύθηκαν μερικές χιλιάδες άγνωστοι μέχρι τότε με σημαντική προσφορά στα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες το έργο των οποίων ουδέποτε είχε συγκεντρωθεί, γνωστοποιηθεί και αξιολογηθεί στο σύνολο του. Για δεκαεπτά από αυτούς κρίθηκε ότι εάν το έργο τους είχε γίνει εγκαίρως γνωστό θα κέρδιζαν άνετα το βραβείο Νόμπελ. Είκοσι επτά από αυτούς κρίθηκε ότι θα ήταν μέγιστοι με κριτήρια που θα ίσχυαν μετά από 50-70 χρόνια από την εποχή που έζησαν.
Το “Εύρετρον” άλλαξε τον τρόπο που το ανθρώπινο γένος αντιμετώπιζε πλέον την επιστήμη, την τέχνη, τους επιστήμονες και τους δημιουργούς. Απέκτησε ένθερμους υποστηρικτές και φανατικούς πολέμιους. Πολλοί προσπάθησαν, παντοιοτρόπως, να το καταστρέψουν. Πολλοί μίλησαν για καταδυνάστευση του ανθρώπινου πνεύματος και οριοθέτηση της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Δημιουργήθηκαν μεγάλες κοινωνικές αναταραχές παγκοσμίως.
Η λειτουργία του διακόπηκε στις 7 Ιανουαρίου 2735. Σε εφαρμογή του παγκόσμιου Νόμου 687 το μηχάνημα καταστράφηκε στις 23 Απριλίου του 2741 και τα γνωστοποιημένα αποτελέσματά του θεωρήθηκαν αναξιόπιστα και μηδενικής ισχύος. Πολλοί μίλησαν για νίκη του ανθρώπου επί της ύλης, άλλοι για κατάντια και απόκρυψη της αλήθειας.
Ήδη μια βελτιωμένη έκδοση του “Εύρετρον” η “Άλλως Εύρετρον” χρησιμοποιείται από την Παγκόσμια Κυβέρνηση για ανάλυση εξωανθρώπινων δεδομένων. . .


Το τραγούδι που ακούγεται είναι το “In The Year 2525”, το πιο “κοντινό” που σκέφθηκα, με τους Zager and Evans. Κατά τον γνωστό κ. Γιάννη Πετρίδη, και αν η μνήμη μου δεν με απατά, το μοναδικό τραγούδι που σημείωσε τόσο μεγάλη επιτυχία και οι συντελεστές του δεν ξαναεμφανίστηκαν ποτέ. Το έχω σε 45άρι και το δεύτερο τραγούδι είναι το “Little Kids”.



19/11/2006

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2006

0238. Εις Μνήμην [ΝΚ]

Περνούσε από το γραφείο μου. Αραιά και που. Συνάδελφος του μακαρίτη του πατέρα μου. Πάνω από ογδόντα ετών σε ηλικία. Καλοβαλμένος και καλοστεκούμενος. Περιποιημένος και ευγενικός. Πάντοτε μου έλεγε πόσο χαίρεται που με βλέπει. Αισθανόμουνα ακριβώς το ίδιο.

Τα γραφεία του Συλλόγου Συνταξιούχων στον πρώτο όροφο, το δικό μου στον έβδομο ακριβώς απέναντι από την πόρτα του ασανσέρ. Κάποια στιγμή βρέθηκε στον έβδομο όροφο και είδε το όνομα μου στη σχετική ταμπελίτσα. Βγήκε, μου χτύπησε την πόρτα. Έδωσε γνωριμία. 

Από τότε τρεις τέσσερις φορές το χρόνο με επισκεπτόταν. Πάντοτε διακριτικός περιόριζε τις επισκέψεις του στο δεκάλεπτο. Τον καμάρωνα. Τελευταία είχε αρχίσει να χρησιμοποιεί, βοηθητικά, μπαστουνάκι.

Δυστυχώς δεν θυμόμουνα το όνομά του. Ντρεπόμουνα και να τον ρωτήσω. Έμενα με τη χαρά και την απορία. Σήμερα στην είσοδο του κτιρίου ένα νεκρώσιμο. Φαρδύ πλατύ το όνομα και η ηλικία. Κωνσταντίνος Κ. ετών 86. Ταράχτηκα. Η ηλικία ταίριαζε. Την τελευταία επίσκεψη μου την είχε κάνει πριν 15 – 20 ημέρες. Φαινόταν μια χαρά.

Πήγα στον πρώτο. Ρώτησα. Έμαθα. Ήταν ο επισκέπτης μου. “Έφυγε καλά” μου είπαν. Είμαι συγκινημένος. Καλό του ταξίδι στην απέναντι όχθη. Θα μου λείψει η διακριτική παρουσία του. Η ευγένεια της ηλικίας του. Η χαρά του να υποδέχομαι ένα συνάδελφο του πατέρα μου από τα δύσκολα χρόνια του 50 και του 60. Ώρα του καλή. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει. . .

15/11/2006

Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2006

0237. Ότι Απόμεινε [ΝΚ]

Πριν από μερικά χρόνια. Στα εξωτερικά ιατρεία μεγάλου νοσοκομείου της πόλης. Για την μητέρα μου. Κοντά μεσάνυχτα. Η νύχτα γλυκιά. Ένα χάος. Κόσμος που πάει και έρχεται. Κλίμα πανικού. Ανθρώπινος πόνος. Εξετάσεις που τραβάνε σε μάκρος. Ατέλειωτες αναμονές μπροστά από κλειστές πόρτες. Παράνοια. Προσμένω ένα τηλεφώνημα. Ένα τηλεφώνημα άγγιγμα μαγικού ραβδιού. Για να διώξει την κούραση. Να φτερώσει την ελπίδα. Να αλλάξει το αύριο. Προσμένω. Το θεωρώ απίθανο να μη γίνει. Οι ώρες περνούν. Η κούραση αυξάνεται. Το τηλέφωνο βουβό. Η απογοήτευση με έχει στριμώξει στη γωνία. Με γρονθοκοπεί. Η συσκευή ατάραχη. Ζηλεύω όλα τα ντριν που ακούω. Δε γίνεται. Το δέχομαι. Τη χρέωσα πολύ αυτή τη σιωπή. Εισέπραξα μόνο ένα “Δε γνώριζα, δεν το σκέφτηκα”. Ας είναι καλά. Δεν μπόρεσε καν ν’ αρχίσει. Ότι απόμεινε η απογοήτευση για ένα τηλεφώνημα που δεν έγινε.


Από το άλμπουμ Χαιρετισμοί, της δεκαετίας του 70, το τραγούδι “Μη με Προδώσεις”, με τη Δήμητρα Γαλάνη, σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη και στίχους Γιάννη Θεοδωράκη.



15/11/2006

Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2006

0236. Γλυφάδα [ΝΚ]

Είναι εδώ και δυο μήνες που στο πατρικό μου κόψαμε τα κλαδιά σε δυο μεγάλους φοίνικες που κοσμούν την είσοδο και γενικώς νοικοκυρέψαμε τον κήπο. Ο κηπουρός στοίβαξε τα κομμένα κλαδιά στο πεζοδρόμιο. Ήταν Σάββατο.

Το πρωί της Δευτέρας που ακολούθησε η αδελφή μου τηλεφώνησε στην οικεία υπηρεσία [λέμε τώρα] του Δήμου Γλυφαδιωτών [όπως είναι, πολλαπλώς, το σωστό] να κοπιάσουν να μαζέψουν τα κλαδιά τα οποία είχαν, και ακόμα έχουν, σεβαστό όγκο. Υπηρεσία η οποία και παρέχεται και προβλέπεται από τον δήμο ή τουλάχιστον έτσι τσαμπουνάνε. Χαμένος κόπος.

Από τότε έχουν περάσει, όπως είπαμε, δυο μήνες και έχουμε κάνει τουλάχιστον 15 τηλεφωνήματα. Σιγά να μην έρθουνε. Εκείνο που κάνει, ανελλιπώς, ο δήμος [με μικρό, με μικρό] είναι να εισπράττει, μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ, περίπου 60 € μηνιαίως, ως δημοτικά τέλη, για την διπλοκατοικία για την οποία συζητάμε. Τα τσέπωσε; Καθάρισε. Σιγά να μην ασχοληθούν με τα κλαδιά του καθενός δημότη που κιτρινίσανε και αποτελούν, πλέον, εστία μόλυνσης.

Μήπως θεωρούν ότι μας κάνουν χάρη και συνεπώς θα το πράξουν αν και όταν ευκολυνθούν; Μήπως περιμένουν να τους παρακαλέσουμε; Να τους κάνουμε κανένα δωράκι μήπως; Να βάλουμε μέσο; Να κλαφτούμε; Να τα πάμε στον κάλαθο των αχρήστων δυσκολεύοντας τους γείτονες; Να τα φορτώσουμε και να πάμε στο δημαρχείο πεσκέσι στο δήμαρχο; Τι;

Και πως μπορεί να αντιδράσει ο ταλαίπωρος Δημότης που χαρατσώνεται και χαΐρι δε βλέπει; Μετά τους μένει η απορία γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη αποχή στις δημοτικές εκλογές. Σιγά να μην σκοτωθούμε για το χρωματάκι που θα έχει ο κ. δήμαρχος. Οι δήμαρχοι, και όχι μόνο, αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν.

Αλλά. “Αριστοκρατικό” προάστιο η Γλυφάδα. Πλούσιο. Με τις μαγαζάρες της, με τα όλα της. Κολοκύθια με τη ρίγανη. Την έχουν κάνει σαν τα μούτρα τους και εξακολουθούν. Μένω στην περιοχή από το 1968. Έχω ακέραια την αίσθηση του “κάθε πέρυσι και καλύτερα”. Αλλά αυτή είναι μια άλλη, μεγάλη, ιστορία.

Αύριο θα ξανατηλεφωνήσω στην “αρμόδια” [φαντασία που την έχουν μερικοί] υπηρεσία του δήμου και πολύ φοβάμαι ότι δεν θα είμαι καθόλου ευγενικός.
Θα φταίω;


Το τραγούδι που ακούγεται είναι το “Ο Μανωλιός” του κ. Γιάννη Μηλιώκα. Από καρδιάς αφιερωμένο σε όλους τους “αρμόδιους” των δήμων, των Δήμων και, γενικώς, της χώρας. 



Υ.Γ. Η φωτογραφία δική μου από τον Οκτώβριο του 1974

13/11/2006

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2006

0235. Θα Περάσει, λέω [ΝΚ]

Θα περάσει, λέω. Κι αυτό θα περάσει. Όπως τα άλλα. Όλα τα άλλα. Πάλι η αίσθηση ότι τα έχω πει όλα. Ότι υπάρχουν. Αρκεί να τα αναζητήσει κανείς. Να κοιτάξει και να δει. Μπορεί να μην γίνει ποτέ. Αλλά, υπάρχουν. Καταγεγραμμένα. Ανασαίνουν. Προσμένουν. Ο καιρός περνάει. Θάβονται. Απολησμονιούνται. Όλα τα ειπωμένα. Μένει η σκέψη να βασανίζει. Πεισματικά να επανέρχεται. Πράξε. Μίλησε. Χίλιες φορές όχι. Όχι πάλι από την αρχή. Όχι τα ίδια πράγματα με τους ίδιους ανθρώπους. Γιατί να καταλάβει σήμερα αυτός που δεν κατάλαβε εχθές; Θα περάσει, λέω. Θα ξεφυλλίσω ένα βιβλίο. Θα ακούσω ένα τραγούδι. Θα λύσω ένα σταυρόλεξο. Θα φάω ένα μήλο. Θα βγω στο μπαλκόνι. Θα σκύψω στα χαρτιά μου. Θα ανασαίνω ρυθμικά. Θα υπομονεύω. Θα οριοθετήσω την απογοήτευσή μου. Θα σωπάσω. Τίποτα. Έργω συνομολογημένο. Αυτό. Κουράστηκα να μάχομαι σκιές. Να προσμένω το θαύμα. Να ελπίζω. Και. Ότι συμβαίνει είναι νόμιμο. Ακριβώς επειδή συμβαίνει. Θα βγω στους δρόμους. Ανήσυχος. Ποντισμένος σ’ ένα σκέψεων ωκεανό. Θα βγω. Πάει, θα λέω. Αυτό ήτανε. Χάθηκε. Χαθήκαμε. Δεν θα τμηθούν πια οι τροχιές μας. Και. Έχω ξεχάσει το σχήμα των χεριών σου. Βαδίζω. Με βασανίζουν οι τόποι όπου συνυπήρξαμε. Πότε προλάβαμε και σπείραμε τόσες μνήμες; Βασανίζομαι. Τα βάζω με τον εαυτό μου. Τον αδύναμο εαυτό μου. Θα περάσει, λέω. Θα περάσει. Και. Βασανίζομαι.


Τι ακούγεται: Από το εξαιρετικό Making Movies των Dire Straits το αγαπημένο Hand in Hand.


10/11/2006

Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2006

0234. Σκουντούφληδες [ΝΚ]

Υπάρχουν. Είναι γείτονες, γνωστοί, συνάδελφοι. Τους συναντάς. Τους χαιρετάς μες την καλή χαρά. Εισπράττεις, αν είσαι τυχερός, μια μισή “Καλημέρα”, ένα μισό “Γεια σου”. Με το ζόρι. Τζαναμπέτικο. Άσχημο σαν χρέος. Τι τους βάζεις τώρα να κάνουν; Χαιρετούρες και αηδίες! Το έχουν ξεκαθαρίσει οι άνθρωποι. Δε γουστάρουν αυτές τις τυπικότητες, αυτές τις κοινωνικές υποκρισίες. Δεν τις έχουν ανάγκη βρε αδελφέ! Πώς να το κάνουμε; Με το ζόρι παντρειά;

Λες και έφαγαν, την προτεραία, κάτι το βαρύ και τους το ευαίσθητο στομαχάκι τους πείραξε κυκλοφορούν. Με τα μούτρα κατεβασμένα. Ξινοί και απρόσιτοι κυκλοφορούν. Περιφερόμενες δυστυχίες. Η χαρά των ματιών. Συγκεντρωμένοι, τάχα μου, στις σοβαρές εργασίες τους. Συνοφρυωμένοι, δυσπρόσιτοι, απόμακροι. Αν τους αναγκάσεις να χαιρετήσουν στο χρεώνουν. Σε υποχρεώνουν να κρατάς αποστάσεις που δεν επιθυμείς, να προσαρμόζεις τη συμπεριφορά σου.

Σημεία των καιρών. Αιτούμενο η στοιχειώδης ευγένεια. Η αναμενόμενη ανθρώπινη συμπεριφορά. Ένας χαμογελαστός και από καρδιάς χαιρετισμός, ένα [υ]γεια που θα ομορφύνει τη στιγμή και την ημέρα. Δύσκολα πράγματα. Δυσεύρετα. Και γιατί να χαιρετήσω, ή να αντιχαιρετίσω, τον απέναντι; Τι θα κερδίσω; Έλα μου ντε! Τι θα κερδίσεις σκουντούφλη μου; Με τη μίζερη λογιστική σου, βεβαίως, τίποτα. Με τη δική μου ένα χαμόγελο και μια ευχή.

Εχθές καλημέρισα δυο άγνωστες μου κυρίες. Την μία στην στάση του λεωφορείου [στις 06:10 το πρωί και μέσης ηλικίας - προς αποφυγή παρεξηγήσεων. . .] και την άλλη στην είσοδο του κτιρίου των γραφείων όπου εργάζομαι [συνάδελφο και “στέλεχος”]. Δε μου απαντήσανε. Με πείραξε αλλά δε βάζω μυαλό. Θα εξακολουθήσω και να καλημερίζω και να το εννοώ. Σκουντούφληδες αυτοί; Σκανταλιάρης εγώ! Προσηνής, με καλή διάθεση θα λέω καμπανιστές καλημέρες και θα εισπράττω αιδήμονα σιωπή.

Έτσι!

Το τραγούδι που ακούγεται είναι το “Κρεμάστε τους Ψηλά” [Hang 'Em High] με τους Booker T. & the MG's και δεν υπαινίσσομαι τίποτα!


08/11/2006

Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2006

0233. Παράθυρα [ΝΚ]

Τόσα γεγονότα και συ ανίκανος να πεις, να σχολιάσεις. Μηνύσεις, βιασμοί, παράθυρα, γεγονότα, κακίες. Και συ αμήχανος και απορημένος κολλημένος στις πολύτιμες λέξεις σου. Φοβάσαι να τις αγγίξεις, να τις χρησιμοποιήσεις, να βγεις μπροστά να στηλιτεύσεις. Να ειρωνευτείς, έστω. Απέραντα λογικός μπαίνεις στου καθενός τη θέση και προσπαθείς να κατανοήσεις το πώς και το γιατί. Αποστασιοποιημένος, αλλά όχι αδιάφορος, θλίβεσαι και απορείς. Γιατί τόση κακία; Γιατί τόση ανοησία; Γιατί τόση και τέτοια εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου; Γιατί αυτή η φοβερή αδυναμία να ομονοήσουμε; Να πούμε τα σύκα – σύκα και τη σκάφη – σκάφη. Γιατί έχουμε αποκλείσει την ευδοκία από τη ζωή μας;
Είναι και κάποιοι γραβατοφορεμένοι, κυρίως, που βγαίνουνε στα τηλεοπτικά παράθυρα και φτύνουνε λέξεις, χασκογελάνε, ειρωνεύονται, καταθέτουν “την άποψη τους” και κορδώνονται. Σήμερα για το ζήτημα α, αύριο για το, εντελώς διαφορετικό, β. Πάντοτε με το ίδιο ύφος. Το ύφος του επαΐοντα, του ξερόλα. Απόλυτοι και σίγουροι για τις απόψεις τους, όπως ο κάθε ανόητος οφείλει να είναι, φτύνουνε λέξεις και κατακεραυνώνουνε τον όποιο τους αντισταθεί ή δεν συμφωνεί με την, ολόσωστη, άποψη τους. Αγενέστατοι δεν επιτρέπουν στον απέναντι να μιλήσει. Οι διάλογοι τους φωνακλάδικοι, ταυτόχρονοι, μονόλογοι. Δεν έχει σημασία τι θα αποκριθεί ο απέναντι. Σημασία έχει να πουν αυτοί τα δικά τους.
Γιατί τους επιτρέπουμε να μπαίνουν στα σπίτια μας, να μολύνουν τον αέρα και την αισθητική μας; Ποιος τους έδωσε το δικαίωμα να κρίνουν, να φωνάζουν, να ειρωνεύονται, να ασεβούν; Τόσο πολύ έχουμε αποβλακωθεί πια που αδυνατούμε να πράξουμε το αυτονόητο; Να πατήσουμε ένα κουμπί στο τηλεχειριστήριο και να στείλουμε από κει που ήρθαν. Μας κάνουν κακό. Μας σέρνουν στο επίπεδό τους. Αμβλύνουν την αίσθησή μας για το δίκαιο και το σωστό. Τους δίνουμε δύναμη που δεν την αξίζουν και που τους τρελαίνει. Φουσκωμένοι διάνοι κατασπαταλάνε το χρόνο και διδάσκουν αλαζονεία, έπαρση και κομπορρημοσύνη. Τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα με ξύλινη γλώσσα και βαρύγδουπο ύφος κάθε μέρα στο σαλόνι ή το καθιστικό μας.
Να μάθουμε να πατάμε το κουμπί. Αυτό πρέπει. . .


Σαφώς έξω από το κλίμα της εγγραφής ένα αγαπημένο, και πιστεύω σχετικά άγνωστο, τραγούδι της γλυκιάς Πόπης Αστεριάδη. Πρόκειται για το “Αν δεν της πεις το σ’ αγαπώ” των Γ. Κορνάρου και Β. Βασιλικού / Κ. Λιβέρη. 


06/11/2006

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2006

0232. Λέξεις [ΝΚ]

Στα χρόνια που ήμουν σπουδαστής, αλλά και αργότερα, συνήθιζα για να γράψω σε απλά φύλλα χαρτιού να βάζω από κάτω ένα χαρτονάκι και για πιο στρωτό γράψιμο αλλά και για να μην τραυματίζεται η επιφάνεια που χρησιμοποιούσα.
Συνήθιζα, επίσης, και συνηθίζω ακόμα να κοιτώ πάντοτε τις άγνωστες μου λέξεις. Είχα μάλιστα και ένα τετράδιο που σημείωνα λέξη και ερμηνεία. Αλλά όχι μόνο στο τετράδιο αυτό αλλά και σε άλλα “χαρτιά”.
Σε ένα από τα χαρτονάκια αυτά, λοιπόν, βρήκα σημειωμένα τα όσα ακολουθούν:

Ανήκεστος: αθεράπευτος, ανίατος, ανεπανόρθωτος, αφόρητος, δεινός / (μτφ.) σκληρός, αδυσώπητος / ο καταστρεπτικός [ή και ανηκής].

Εννεός: άλαλος, βωβός, κωφάλαλος / βλάξ, κατάπληκτος

Επιλήσμων: ο λησμονών [κν. ξεχασιάρης]

Κεχηνώς, -υία, -ος: ο κεχηναίος / -χηνός: το χάσμα

Κεχηναίοι [κωμ]: χάχηδες / -αίος, -ία, ίον: ο χάσκων [κν. χάχας]

Καθαρτήρ: ο εξαγνίζων / όργανον καθαρισμού

Μαγνάδι: αραχνοΰφαντος πέπλος ως της κεφαλής καλύπτρα / σίτα

Γλίσχρος: ιξώδης, γλοιώδης / ο δι’ απαιτήσεων και παρακλήσεων ενοχλητικός / ο ευτελώς φιλαργυρευόμενος / ανάξιος, μηδαμινός / [επί γης] άκαρπος

Μετερίζι: [τουρκ. Meteris] οχύρωμα, πρόχωμα

Γλίχομαι: σφοδρώς επιθυμώ [αορ. εγλιξάμην]

Κήνσορ: τιμητής, επικριτής

Αδήριτος: [αρχ] άνευ αγώνος / ακαταμάχητος / -ρίτως: αμαχητί

Αγλέουρας ή αγκλέουρας: το δηλητηριώδες φυτόν ευφόρβιον το δικταδενώδες [κν. γαλατσίδα]

Αγλάισμα: κόσμημα, τιμή, σεμνωμα

Φαρκίς: [-ίδος] η [αρχ.] η ρυτίς εκ του γήρατος

Σχετλιάζω: μεμψιμοιρώ, αγανακτώ / [ουσ.] –ασμός: η μεμψιμοιρία [κν. παράπονο], [επιθ] –τλιαστικός, -η, ον: ο μεμψιμοιρίαν εκφράζων ή σημαίνων

Ασκαρδαμυκτί: χωρίς ανοιγοκλείσιμο των ματιών, με ατενές βλέμμα


Το τραγούδι που ακούγεται είναι το True Love Thats A Wonder, του 1971, από το ομώνυμο άλμπουμ των Ολλανδών Sandy Coast


03/11/2006

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2006

0231. Έξι Νύχτες στην Ακρόπολη [ΝΚ]

Έχω διαβάσει, σ’ ένα περιοδικό θαρρώ, ότι με την εξάπλωση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, κυρίως στις κοινωνίες της Δύσης, ο άνθρωπος χάνει σιγά – σιγά την δεξιότητα του να γράφει. Θα πρέπει να είναι γεγονός. Διατηρώ και χειρόγραφο ημερολόγιο και πραγματικά ζορίζομαι όταν οι εγγραφές μου ξεπερνούν τις 3 – 4 σελίδες μεγάλου τετραδίου. Και δεν είναι μόνο το ότι μεγάλωσα πια αλλά κυρίως το ότι έχει λείψει η άσκηση.

Δοκιμάστε να γράψετε για περισσότερο από 20, 30 λεπτά και θα με θυμηθείτε. Και παρατηρείστε και τον γραφικό σας χαρακτήρα. Μήπως τον περιμένατε καλύτερο από ότι τον βλέπετε; Υπάρχουν, πιστεύω, άνθρωποι που κάνουν ημέρες να πιάσουν το μολύβι στο χέρι τους. Κρίμα, θα έλεγα.

Προσωπικά έχω κάνει σκέψεις να αντιγράψω ολόκληρο, σαφώς αγαπημένο, βιβλίο. Η ιδέα με συναρπάζει. Αλλά, και ως συνήθως, που καιρός; Και να σκεφτεί κανείς ότι υπήρξαν εποχές που η αναπαραγωγή ενός βιβλίου, με την σημερινή έννοια του όρου, ήταν υπόθεση, και μόνο, αντιγραφής. Οι περίφημοι αντιγραφείς του μεσαίωνα.

Πάντοτε θαύμαζα τους καλλιγράφους. Εκείνο δε που έχω παρατηρήσει είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα των καλλιγράφων είναι γένους θηλυκού. Ακόμη ένας λόγος να αγαπάμε και να θαυμάζουμε τις γυναίκες.
 


Από ένα κορίτσι, λοιπόν, και η εικόνα του χειρογράφου που ακολουθεί. Βρισκόμαστε στο Γενάρη του 1978 και το κορίτσι, αν και πολυάσχολο τότε, αντιγράφει ένα απόσπασμα από το μοναδικό δημοσιευμένο μυθιστόρημα του Γιώργου ΣεφέρηΈξι Νύχτες στην Ακρόπολη” και μου το χαρίζει.

Είκοσι οκτώ χρόνια μετά, και με την βοήθεια ενός σαρωτή, σας το παρουσιάζω:

Το τραγούδι που ακούγεται το “A Precious White Rose” του Ελληνικού συγκροτήματος “The Forminx”. Όσοι έζησαν τα “πάρτι” της δεκαετίας του 60 θα πρέπει και να το έχουν “χορέψει” και να το θυμούνται. . . 


01/11/2006